Η φυλετική μάστιγα των αθιγγάνων. Ένα μεγάλο εθνολογικό πρόβλημα για την Ευρώπη.

Εδώ και αρκετές εβδομάδες, το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον στα Ευρωπαϊκά πράγματα – κατά τρόπο ώστε πολλά άλλα σημαντικά ζητήματα να τείνουν να επισκιασθούν από αυτό – μονοπωλεί η προσπάθεια της Γαλλικής κυβερνήσεως να πράξει κάτι απολύτως αυτονόητo: την διάλυση των παρανόμων καταυλισμών (ήτοι τσαντιρομαχαλάδων) των αθιγγάνων (βλέπε «ρομά») οι οποίοι (και) στην Γαλλία – όπως και παντού, άλλωστε – αποτελούν κέντρα επωάσεως της εγκληματικότητος και κάθε είδους παρανομιών (πορνείας, εμπορίου ναρκωτικών κλπ), βρωμιάς και ακαλαισθησίας.

Το εντυπωσιακό είναι ότι την μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στην εφαρμογή πολιτικών που αποβλέπουν στην εκκαθάριση της αθιγγανικής κόπρου, σε πείσμα των κραυγών διαμαρτυριών και «αποτροπιασμού» των διαφόρων «ανθρωπιστικών», «αντιρατσιστικών» κλπ, οργανώσεων και φορέων, καθώς και διαφόρων «Ευρωπαίων ηγετών», επιδεικνύει ο πρόεδρος της Γαλλίας, Νικολά Σαρκοζί, καίτοι ο ίδιος είναι, ως γνωστόν, εβραϊκής καταγωγής, με όλα τα παρεπόμενα αυτής της «λεπτομέρειας», αφού η εκκαθάριση της Ευρώπης από τα φυλετικώς και πολιτισμικώς αλλότρια σώματα των ξένων μειονοτήτων και δη των εβραίων και των αθιγγάνων, αποτελούσε διακηρυγμένο στόχο της πολιτικής της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας κατά τον μεσοπόλεμο. Αυτήν ακριβώς την διάσταση υπενθυμίζουν, προκειμένου να πλήξουν τον Σαρκοζί και την πολιτική του έναντι των αθιγγάνων, οι σάπιοι εκπρόσωποι της αριστεράς ως συνεπείς θιασώτες της «ενσωμάτωσης» των κάθε λογής φυλετικώς ξένων μειονοτήτων στον εκάστοτε εθνικό κορμό.

Το συγκεκριμένο πρόβλημα της παρουσίας των αθιγγάνων στην Ευρώπη, το οποίο βγήκε στη επιφάνεια με αφορμή τα πρόσφατα αμφιλεγόμενα μέτρα της Γαλλικής κυβερνήσεως, είναι όντως πάρα πολύ σοβαρό, αν και θα πρέπει να ειπωθεί ότι περισσότερο πλήττει όχι την δυτική ή την βόρεια Ευρώπη, αλλά τις χώρες του Ευρωπαϊκού νότου και ιδίως τις βαλκανικές χώρες. Το πρόβλημα άλλωστε για την Γαλλία εντάθηκε αφότου εντάχθηκαν στην Ε.Ε. η Ρουμανία και οι Βουλγαρία, χώρες στις οποίες το ποσοστό των αθιγγάνων είναι ιδιαίτερα υψηλό. Μετά την άρση των συνοριακών ελέγχων μεταξύ των χωρών αυτών και της υπολοίπου Ευρώπης (ελεύθερη διακίνηση πολιτών εντός της ζώνης Σέγκεν), ένα μέρος των απειράριθμων αθιγγάνων της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας βρήκαν την ευκαιρία να μεταναστεύσουν και να μεταφέρουν τον κύκλο των παρασιτικών δραστηριοτήτων τους στις πλουσιότερες χώρες της δυτικής Ευρώπης, εξ ου και η ένταση του προβλήματος που κλήθηκε να διαχειρισθεί η Γαλλία. Και αν κανείς αναζητά τον λόγο της – φαινομενικώς τουλάχιστον – αταλάντευτης στάσεως του Σαρκοζί επί του ζητήματος, αρκεί να προσέξει την τεράστια αποδοχή που έχει η πολιτική εκδιώξεως των αθιγγάνων από την συντριπτική πλειονότητα της Γαλλικής κοινωνίας, παρά την διεθνή κατακραυγή και τις συνήθεις μονότονες στριγκλιές της αριστεράς και του όλο υποκρισία δημοσιογραφικού κατεστημένου που δεν παραλείπει να εκφράζει τον αποτροπιασμό του για την «ρατσιστική» πολιτική της Γαλλικής κυβερνήσεως. Και να σκεφθεί κανείς ότι η Γαλλική κυβέρνηση το μόνο το οποίο έκανε και για το οποίο κατηγορείται ως εφαρμόζουσα τάχα «ρατσιστική»  πολιτική ήταν να δώσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο οικονομικό επίδομα ως κίνητρο  καθώς και πληρωμένα τα ναύλα του αεροπορικού ταξιδιού επιστροφής στη Ρουμανία σε μερικές εκατοντάδες από τις πολυπληθείς φαμίλιες των ρουμανόγυφτων που συνέρευσαν και έστησαν τα τσαντίρια τους στις παρυφές των Γαλλικών πόλεων. Γνωρίζει καλά ο Σαρκοζί την συνταγή της καιροσκοπικής υιοθετήσεως θέσεων που παραδοσιακά προωθούσε το Εθνικό Μέτωπο (Front National), προκειμένου να κρατήσει στους κόλπους της Γκωλικής Δεξιάς τους εθνικώς σκεπτομένους Γάλλους ψηφοφόρους, οι οποίοι σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσαν να οδηγηθούν σε πολιτική ριζοσπαστικοποίηση, επικίνδυνη για το Σύστημα…

Το ζήτημα της παρουσίας των αθιγγάνων τίθεται πλέον στο προσκήνιο ως σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα στην Γαλλία καθώς και στην Ιταλία. Απεναντίας στην Ελλάδα, όπου η οξύτητα του προβλήματος (δηλαδή η αυξανόμενη πυκνότητα των αθιγγάνων), είναι πολύ μεγαλύτερη, το ζήτημα δεν φαίνεται να απασχολεί την πολιτική σκηνή, ούτε καν την κοινή γνώμη, καίτοι το ποσοστό συμμετοχής των αθιγγάνων π.χ. στην εγκληματικότητα είναι αναλογικώς τεράστιο. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο οι σιχαμεροί πολιτικάντηδες, όλου του κοινοβουλευτικού φάσματος, σπεύδουν κατά τις παραμονές κάθε εκλογικής αναμετρήσεως, να γλύψουν με τον πιο αισχρό και εμετικό τρόπο τους αθιγγάνους και τους εκπροσώπους τους, εποφθαλμιώντας τις «πολύτιμες» μαζικές ψήφους των. Στο αθιγγανογλύψιμο πρωτοστατεί μάλιστα, ως γνωστόν, το κόμμα που εμφανίζεται ως «εθνικό» και «πατριωτικό» με τον αρχηγό του να κάνει «τούμπες» ενώπιον των εκπροσώπων των αθιγγάνων, τους οποίους εγκωμιάζει ως σπουδαίους Έλληνες (!!), γεγονός που από μόνο του αρκεί για να καταδείξει την κενότητα και φαυλότητα του κόμματος αυτού.

Το πρόβλημα των γύφτων ειδικώς  όσον αφορά την Ελλάδα είναι τεράστιο και έγκειται αφενός μεν στην εκρηκτική γεννητικότητά των γύφτων ως πληθυσμού (ο αριθμός είναι πραγματικά ανυπολόγιστος), αφετέρου δε στην αυξανόμενη τάση εξαστισμού των,  καθώς με αυτόν τον τρόπο καθίστανται λιγότερο ευδιάκριτοι στα αδαή βλέμματα των φυλετικώς αδιαφόρων νεοελλήνων, καθώς επίσης και στην τρομερή μάστιγα της διεισδύσεως της αθιγγανικής μουσικοχορευτικής υποκουλτούρας (αμανέδων, τσιφτετελιών, σκυλάδικων, κλπ) στην αλλοτριωμένη από απόψεως αισθητικής παιδείας και καλλιτεχνικού κριτηρίου, εκφυλισμένη σύγχρονη ελληνική κοινωνία.

Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία υφίσταται εδώ και δεκαετίες μια διαδικασία διαρκώς εντεινόμενου εκγυφτισμού, διαδικασία που ενώ παλαιότερα έπληττε κυρίως τα πιο «λούμπεν» στοιχεία της, τώρα πια, με όχημα την συντριπτική επικράτηση της αθιγγανικής «μουσικής» ως αποδεκτής δημοφιλούς «λαϊκής» μουσικής των νεοελλήνων-νεογραικύλων, αφορά το σύνολό της!

Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι αθίγγανοι (τσιγγάνοι, γύφτοι, κατσίβελοι, ρομά, ή όπως διάολο αλλιώς τους ονομάσει κανείς), αποτελούν όπως θα μπορούσαμε με σύγχρονους όρους να πούμε, τους λαθρομετανάστες του μεσαίωνος, οι οποίοι, ορμώμενοι από την ινδική υποήπειρο και αποτελώντας τα βιολογικά κατακάθια της καστικής Ινδίας, παρεισέφρυσαν -από τον 10ο έως τον 15ο αιώνα κυρίως-  δια μέσου της Τουρκίας (εξ ου και ο όρος «τουρκόγυφτοι») και της Αιγύπτου (εξ’ ου και ο όρος «αιγύπτοι – αιγύφτιοι – γύφτοι») στον Ευρωπαϊκό χώρο,  ως μετανάστες,   εγκαθιστάμενοι στο περιθώριο των Ευρωπαϊκών κοινωνιών. Έκτοτε θεωρούνται παρίες και απόβλητοι, μη ανήκοντες στην εκάστοτε εθνική κοινότητα, ταυτόσημοι στην συνείδηση των Ευρωπαίων με το άκρον άωτον της μιαρότητος – γι’ αυτό και φάνταζε απολύτως  αδιανόητο και ανεπίτρεπτο ακόμη και να αγγίζονται από τους Ευρωπαίους, εξ ου και ο όρος α-θίγγανοι που κατέληξε να αποτελεί το εθνοτικό προσωνύμιό τους.

Είναι εντυπωσιακό και αποτελεί απόδειξη της ριζικής διαφορετικότητάς τους ότι επί τόσους αιώνες και μέχρι προσφάτως, στάθηκε αδύνατο να αφομοιωθούν. Τα χρόνια όμως πέρασαν, οι ψευδοουμανιστικές ιδεοληψίες και το μαρξιστικό δηλητήριο του εξισωτισμού εκμαύλισαν τις συνειδήσεις των Ευρωπαίων που, παρά την φυσική, ενστικτώδη απέχθεια προς τους γύφτους (ακόμη και σήμερα μετά από τόσες δεκαετίες προπαγάνδας τους Συστήματος), ο δογματισμός της «πολιτικής ορθοφροσύνης» επέβαλε να θεωρούνται, αναγκαστικά, «ισότιμοι πολίτες» και κάθε εναντίον τους διάκριση όχι μόνον να θεωρείται απαράδεκτη, αλλά να επισύρει βαρύτατες ποινές! Τοιουτοτρόπως, γιγαντώθηκε σταδιακώς ένα πρόβλημα που αποτελεί ωρολογιακή βόμβα στα εθνολογικά θεμέλια των Ευρωπαϊκών χωρών και ιδίως των χωρών της νοτίου Ευρώπης που φιλοξενούν τους μεγαλύτερους αθιγγανικούς πληθυσμούς.

Δυστυχώς, το πρόβλημα φαίνεται ότι έχει λάβει τόσο μεγάλες διαστάσεις που είναι πια πολύ δύσκολο να λυθεί (…τουλάχιστον αναίμακτα).  Το βέβαιον είναι ότι σε έναν πιθανό, επερχόμενο φυλετικό πόλεμο οι αθίγγανοι θα τεθούν αυτονοήτως στο εχθρικό στρατόπεδο, μαζί με τα πλήθη των τριτοκοσμικών μεταναστών  των τελευταίων δεκαετιών  –κι ας έχουν, τύποις, αστυνομική  ταυτότητα «Ευρωπαίου πολίτη»…