29 Μαΐου 1453: «Εάλω η Πόλις»…. / 2019: νέα Άλωσις εν εξελίξει! Ο εχθρός εντός των πυλών!

Χθες το ημερολόγιο έδειχνε 29 Μαΐου. Πρόκειται για την θεωρούμενη από γενεές γενεών Ελλήνων ως καταραμένη μέρα, ως «αποφράδα ημέρα» της νεωτέρας ιστορίας του έθνους μας – ημέρα μεγάλης γιορτής, αντιθέτως, για τους προαιωνίους εχθρούς του Ελληνισμού, τους Τούρκους…

Η Άλωσις της Πόλεως των Κωνσταντίνων από τα βαρβαρικά στίφη των Οθωμανών Τούρκων την 29η Μαΐου του 1453, η δραματική πτώση της Βασιλεύουσας των πόλεων της μεσαιωνικής Ευρώπης, της πιο σημαντικής, από γεωστρατηγικής απόψεως, πόλεως του κόσμου όχι μόνο στα μεσαιωνικά χρόνια αλλά και στα νεώτερα, υπήρξε ένα συγκλονιστικό γεγονός που επηρέασε καθοριστικά το ιστορικό γίγνεσθαι και στιγμάτισε βαθειά την ιστορική συνείδηση και την συλλογική μνήμη πολλών λαών, ιδίως βέβαια των Ελλήνων που αισθάνθηκαν ότι ήσαν οι κύριοι – αν όχι οι αποκλειστικοί – κληρονόμοι της υπερχιλιετούς βυζαντινής  αυτοκρατορίας, της πιο μακρόβιας αυτοκρατορίας που γνώρισε η ιστορία!

Η επέτειος της Αλώσεως μας προσφέρει αφορμή μίας συντόμου αναφοράς στον χαρακτήρα του μεσαιωνικού ελληνισμού και της επονομαζομένης βυζαντινής αυτοκρατορίας, της οποίας την κατάρρευση επισφράγισε η Άλωσις του 1453. Προσφέρει ωστόσο αφορμή για αναφορά όχι μόνο στον ιστορικό αντίκτυπο της Αλώσεως αλλά και στις σύγχρονες αναλογίες που, βυθισμένοι στην μακάβρια αμεριμνησία τους, αδυνατούν να συλλάβουν οι νεοέλληνες.

Ένα κρίσιμο ερώτημα που παλαιόθεν προκαλούσε διχογνωμίες μεταξύ ατόμων με ζωηρά εθνικά αισθήματα – οι οποίες δεν φαίνεται να έχουν κοπάσει (ένεκα της ιδεολογικής συγχύσεως και της ιστορικής αγνοίας) – είναι το εξής: μπορεί άραγε βασίμως να θεωρήσει κανείς ότι το βυζαντινό κράτος ήταν μία μεσαιωνική ελληνική αυτοκρατορία ή μήπως επρόκειτο για ένα κράτος άσχετο ή και εχθρικό προς τον Ελληνισμό; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι εύκολη. Διότι στον μακραίωνο βίο της η αυτοκρατορία αυτή γνώρισε σημαντικές μεταλλάξεις που μετέβαλαν άρδην τον χαρακτήρα της. Απαιτείται βεβαίως να διευκρινιστεί εξ αρχής ότι ο όρος «Βυζαντινή Αυτοκρατορία», που σήμερα χρησιμοποιείται ευρέως, αποτελεί έναν τεχνικό νεολογισμό τον οποίο υιοθέτησαν οι ιστορικοί, ο οποίος εισήχθη και καθιερώθηκε αρκετά μεταγενέστερα από την εποχή της πτώσεώς της. Πρόκειται για έναν όρο παντελώς άγνωστο στην εποχή κατά την οποία η αυτοκρατορία υφίστατο! Ο όρος τον οποίο χρησιμοποιούσαν οι αξιωματούχοι και υπήκοοί της, αναφερόμενοι στην αυτοκρατορία, ήταν: «Ρωμανία», όρος που αποτελεί ελληνική απόδοση του «(Imperium) Romanum» (Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία), διότι, ό,τι σήμερα αποκαλούμε βυζαντινή αυτοκρατορία αποτελούσε στην πραγματικότητα την πολιτειακή συνέχεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (και κατόπιν την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) με δύο κρίσιμες διαφορές: (α) ότι η χριστιανική θρησκεία είχε κατορθώσει να επιβληθεί (διά πυρός και σιδήρου και με μέσα επιβολής, η παρουσίαση των οποίων δεν είναι του παρόντος να εκτεθεί) επί των παλαιών εθνικών θρησκειών, μεταβάλλοντας σταδιακώς την αυτοκρατορία από παγανιστική σε χριστιανική και (β) ότι το επίκεντρο της αυτοκρατορίας μετεφέρθη από την Δύση στην Ανατολή, μεταβολή που επισφραγίστηκε με την επίσημη ίδρυση της Κωνσταντινουπόλεως  το 330 και την ανακήρυξή της ως νέας πρωτευούσης της αυτοκρατορίας (Νέας Ρώμης) η οποία αντικατέστησε το παλαιό κέντρο, την Ρώμη της Ιταλίας. Αυτή η μεταβολή οδήγησε, συν τω χρόνω, σε μία παρεπομένη εξέλιξη, την προοδευτική υποχώρηση της λατινικής γλώσσης (έως τότε μοναδικής επισήμου γλώσσης της αυτοκρατορίας) και την παράλληλη ενίσχυση και τελικώς την επικράτηση της ελληνικής γλώσσης, ιδιαιτέρως διαδεδομένης ως κοινής διεθνούς γλώσσης επικοινωνίας στην ανατολική λεκάνη της μεσογείου και στην εγγύς ανατολή, λόγω της διαδόσεώς της κατά τα Αλεξανδρινά και Ελληνιστικά χρόνια, ως αποτέλεσμα της μακραίωνης ελληνικής διοικήσεως των βασιλείων που ίδρυσαν οι διάδοχοι του Μ. Αλεξάνδρου (επίγονοι) και της δι’ αυτών πολιτισμικής επεκτάσεως και κυριαρχίας του Ελληνισμού στην Ανατολή.

Συνεπώς η αυτοκρατορία, μετά την μεταφορά της πρωτευούσης της στην ανατολή, ξεκίνησε τον βίο της ως ένα κράτος πολυεθνικό και εντόνως χριστιανικό – βαθύτατα εχθρικό προς τον Ελληνισμό ο οποίος συνδεόταν ευθέως με την αρχαία θρησκευτικότητα (την λεγομένη θρησκεία των «Εθνικών»). Με φωτεινή εξαίρεση τον προώρως (και υπό αδιευκρίνιστες και μάλλον ύποπτες συνθήκες)  αποθανόντα (φονευθέντα) Ιουλιανό (τον λεγόμενο «παραβάτη» ή «αποστάτη» κατά την χριστιανική θεώρηση), άπαντες οι λοιποί αυτοκράτορες της πρώτης περιόδου (της λεγομένης από τους ιστορικούς, πρωτοβυζαντινής περιόδου) εμφορούντο από άκρως εχθρικά προς τον ελληνισμό αισθήματα (Ιουστινιανός, Θεοδόσιοι, κλπ). Η ελληνική εθνική συνείδηση είχε τοιουτοτρόπως περιέλθει, σταδιακώς, σε αδράνεια, σε ένα είδος καταστολής και υπνώσεως. Κατά τα χρόνια του σημαντικού αυτοκράτορος Ηρακλείου, αρχίζουν, δειλά δειλά, να εμφανίζονται κάποια στοιχεία ελληνικότητος, με την ελληνική γλώσσα να εκτοπίζει την, έως τότε κυρίαρχη, λατινική, και με ένα πνεύμα συλλογικής εθνικής ταυτότητος  να αρχίζει να διαπλάθεται μέσα από τους πολεμικούς αγώνες, εναντίον των Περσών αρχικώς και εν συνεχεία εναντίον της νέας εξ ανατολών δυνάμεως που εμφανίστηκε ως ιδιαιτέρως απειλητική, μίας μάστιγος με σαφή φυλετικά χαρακτηριστικά διαφοροποιήσεως, η οποία έμελλε να ταλαιπωρεί επί πολλούς αιώνες όλη την Ευρώπη με συνεχείς επιδρομές, κατακτήσεις, εξανδραποδισμούς, δηώσεις και σφαγές: το Αραβοϊσλαμικό Χαλιφάτο. Ύστερα από την, νικηφόρα και καθοριστική για το έως τότε εν υπνώσει ευρισκόμενο αριοελληνικό πνεύμα, έκβαση της εσωτερικής συγκρούσεως που έμεινε γνωστή ως εικονομαχία, τα ελληνικά στοιχεία ενισχύθηκαν περισσότερο και πήραν τελικώς την πρωτοκαθεδρία κατά την περίοδο βασιλείας της δυναστείας των Μακεδόνων, θεωρουμένης ως περιόδου της μεγίστης ακμής του βυζαντινού κράτους, που, κατά τους ιστορικούς, οριοθετεί το τέλος της μέσης βυζαντινής περιόδου. Μετά το απόγειο της δυνάμεως του βυζαντινού κράτους κατά τον 10ο αιώνα, ακολουθεί μία μακρά παρακμιακή πορεία, μία πορεία αποσυνθέσεως από πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής απόψεως και μία εντεινομένη εδαφική συρρίκνωση (με μικρές παροδικές αναλαμπές κατά τα χρόνια βασιλείας της δυναστείας των Κομνηνών) που όμως οδήγησε στην ταύτιση των εδαφικών ορίων του βυζαντινού κράτους με τα πραγματικά εθνολογικά όρια εξαπλώσεως των Ελληνικών πληθυσμών. Αυτή η de facto μεταβολή του χαρακτήρος της αυτοκρατορίας από πολυεθνική σε εθνική, η εμπέδωση της αποκλειστικής χρήσης της ελληνικής γλώσσης, οι αλλεπάλληλες μάχες και οι επικοί αγώνες εναντίον των βαρβάρων επιδρομέων (Αράβων και εν συνεχεία τουρανικών φύλων: Σελτζούκων Τούρκων από την Ανατολή, Βουλγάρων,  Ούζων, Κουμάνων, Πετσενέγκων, κλπ, από τον βορρά) σφυρηλάτησαν την εθνική ενότητα και συνέβαλαν στην σταδιακή αφύπνιση της έως τότε ναρκωμένης ελληνικής εθνικής συνειδήσεως η οποία κατ’ ουσίαν ανέστη μέσα από τα συντρίμμια της καταρρέουσας αυτοκρατορίας! Συνέβη συνεπώς το εξής: ένα πολυεθνικό και εν πολλοίς ανθελληνικό πολιτικό μόρφωμα, διά μέσου των αιώνων ενός πολυκυμάντου ιστορικού βίου, κατέληξε να μεταλλαχθεί σε ένα κράτος το οποίο στην συνείδηση του νεωτέρου ελληνισμού νοείται ως η μεσαιωνική ελληνική αυτοκρατορία, την πτώση της οποίας θρήνησε ο Ελληνισμός, πλάθοντας μάλιστα εξ αυτής της πτώσεως τους μύχιους θρύλους που κράτησαν ζωντανή την εθνική συνείδηση κατά την διάρκεια των ζοφερών αιώνων της τουρκοκρατίας, με αποτέλεσμα, όταν ωρίμασαν οι συνθήκες και αφού είχαν μεσολαβήσει πολλά ανεπιτυχή κινήματα και εξεγέρσεις, να συντελεσθεί τελικώς η Εθνική Παλιγγενεσία διά της νικηφόρου Εθνικής Επαναστάσεως του 1821 της οποίας η δυναμική έκρυβε και κάτι μεγαλειοδέστερο: το όραμα της Μεγάλης Ιδέας, ήτοι τους αγώνες για την ανασύσταση της Αυτοκρατορίας που λίγο έλειψε να πραγματοποιηθεί με την Μικρασιατική Εκστρατεία, πριν την καταδικάσουν σε αποτυχία, τα στρατηγικά λάθη, ο διχασμός και οι προδοσίες… ώστε έκτοτε δυστυχώς να ενταφιαστεί κάθε εθνικό όραμα, αντικαθιστάμενο από το κίβδηλο και σαθρό ιδεολόγημα της «μικράς και εντίμου Ελλάδος»…

Δυστυχώς, η ιστορία δείχνει να επαναλαμβάνεται στις μέρες μας με τρόπο δραματικό. Είναι εκπληκτικές οι αναλογίες τις οποίες εμφανίζουν οι σύγχρονές μας καταστάσεις. Η συγκλονιστική πτώση της Πόλεως και η επακόλουθη υποταγή του ελληνισμού στον βάρβαρο ανατολίτη δυνάστη, ως αποτέλεσμα της στρατιωτικής και πληθυσμιακής αδυναμίας, της καταρρακώσεως του ηθικού και του απαιτουμένου πνεύματος μαχητικότητος, εμφανίζειι εκπληκτικές αναλογίες με ό,τι σήμερα συμβαίνει. Πέραν του υπερεξοπλισμού της νεο-οθωμανικής Τουρκίας του Ερντογκάν, που συνεχώς ενισχύεται με αγορές οπλικών συστημάτων της τελευταίας τεχνολογίας  και με την ανάπτυξη εγχωρίου πολεμικής τεχνολογίας υψηλού επιπέδου στοιχεία που έρχονται να προστεθούν στην συντριπτική πλέον πληθυσμιακή της υπεροχή (80/10), η σύγχρονη Άλωσις της Ελλάδος έχει πρωτίστως πληθυσμιακά/δημογραφικά χαρακτηριστικά. Ο εφιαλτικός συνδυασμός της ραγδαίας, συνεχιζόμενης επί δεκαετίες και παγιωμένης πλέον, υπογεννητικότητος των συγχρόνων Ελλήνων σε συνδυασμό με την αδιάκοπη συρροή απειραρίθμων πληθυσμών αφρικανικής και ασιατικής προελεύσεως (Άραβες ισλαμιστές και τουρκομογγολικά στοιχεία κάθε λογής, όπως είναι οι περισσότεροι Αφγανοί) συνιστά μία ιδιότυπη, υβριδική, νέα Άλωση! Διότι μόνο ως πληθυσμιακή Άλωση μπορεί να περιγραφεί ή διαδικασία της μαζικής και ανεξέλεγκτης εισροής και εγκαταστάσεως αλλοφύλων ισλαμιστών εξωευρωπαϊκής καταγωγής σε ολόκληρη την χώρα!  Όσο κι αν ακούγεται κάπως πεσιμιστικό, μοιάζει η Ελλάδα να έχει αποφασίσει να αυτοκτονήσει! Κάπως έτσι συνέβαινε και κατά της ημέρες που προηγήθηκαν της Αλώσεως του 1453. Πολλοί φωτισμένοι λόγιοι που είχαν πλέον εντρυφήσει στους αρχαίους συγγραφείς και είχαν αποκτήσει επίγνωση της Ελληνικότητος, απελπισμένοι από την στενοκεφαλιά του πλήθους που ήταν πρόθυμο να δεχτεί την τουρκική κατάκτηση προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η Ανατολική Ορθόδοξη εκκλησία δεν επρόκειτο να ενωθεί με την Δυτική Ρωμαιοκαθολική εκκλησία με τους όρους της δευτέρας (αυτό εθεωρείτο προδοσία) εγκατέλειψαν εγκαίρως την χώρα, καταφεύγοντας στα πολιτιστικά κέντρα της βόρειας Ιταλίας και στα πρώτα υπό ίδρυση τότε πανρπιστήμια για να καταστούν οι διδάσκαλοι, οι συντελεστές και καταλύτες της μετέπειτα εκδηλώσεως των πνευματικών και καλλιτεχνικών κινημάτων που κυριολεκτικώς μεταμόρφωσαν την Ευρώπη, του κινήματος του «Ανθρωπισμού» και του κινήματος της «Αναγεννήσεως».

Την ίδια εποχή άλλοι προτιμούσαν να στραφούν μοιρολατρικά προς την εκκλησία, γινόμενοι μοναχοί, κλπ, προκειμένου να αποφύγουν την στράτευση. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τις μαρτυρίες των χρονικογράφων της Αλώσεως, πλήθος κατοίκων της Κωνσταντινουπόλεως, εν όσω διεξήγετο η οθωμανική πολιορκία, αντί να συνδράμουν στην άμυνα της Πόλεως, έκλαιγαν την μοίρα τους προσευχόμενοι (επί ματαίω) εντός του ναού της Αγ. Σοφίας. Η άμυνα είχε περιοριστεί σε ολίγους Έλληνες, περί τον θρυλικό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ’  Παλαιολόγο (τον μετέπειτα Μαρμαρωμένο βασιλιά των λαϊκών θρύλων), σε μία δράκα Γενουατών και Ενετών υπό τον Ιωάννη Ιουστινιάνη, απέναντι στα απειράριθμα αφιονισμένα στίφη των φανατισμένων και αιμοδιψών γενιτσάρων και γαζήδων που είχαν περιζώσει την Βασιλεύουσα. Μα κι όταν έπεσε η Πόλις, βρέθηκαν κάποιοι άλλοι φυλετικοί αδερφοί μας που αντιστάθηκαν και κατάφεραν να ανακόψουν την περαιτέρω επέλαση του Ισλάμ στην Ευρώπη. Κατά σύμπτωση μάλιστα, η τότε αντίσταση προήλθε από λαούς που και σήμερα δείχνουν  σημάδια αφυπνίσεως και αντιστάσεως στην νέα επέλαση της Ανατολής. Ήταν κάποιοι Ιταλοί κάποτε (οι Βενετοί με την ναυμαχία της Ναυπάκτου και την μακρά σειρά ενετοτουρκικών πολέμων), κάποιοι Αυστριακοί (που απέκρουσαν επιτυχώς τους Οθωμανούς κατά τις πολιορκίες της Βιέννης), κάποιοι Ούγγροι (με τους αντιτουρκικούς αγώνες του Ιωάννη Ουνιάδη) και κάποιοι Πολωνοί (με τα κατορθώματα του Γιαν Σομπιέσκι και των θρυλικών ουσάρων του), που αντιστάθηκαν στην επέλαση των Οθωμανών και του Ισλάμ. Δεν είναι τυχαίο ίσως ότι είναι οι ίδιοι δηλαδή λαοί που τώρα καταβάλλουν κάποιες προσπάθειες αντιστάσεως (έστω σε πολιτικό επίπεδο) και θέτουν φραγμούς στην επέλαση των αλλοφύλων, τιμώντας με αυτή την στάση τους γενναίους προγόνους τους που κάποτε αντιστάθηκαν στην επέλαση των Τούρκων και του Ισλάμ.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται λοιπόν. Γι’  αυτό από την πλευρά μας, αφουγκραζόμενοι την πνοή του ιστορικού γίγνεσθαι, προσβλέπουμε στην αφύπνιση και την αναγέννηση του Ελληνικού Έθνους που μοιάζει να βρίσκεται πλέον σε απολύτως οριακό σημείο επιβιώσεως, καθώς προβάλλει ορατή η προοπτική της ολικής του εκλείψεως! Θα κάνουμε λοιπόν ότι είναι δυνατόν από την πλευρά μας για να συντείνουμε στην αφύπνιση των συμπατριωτών μας και στη πρόκληση της αναγκαίας (εξ)εγέρσεως. Διότι, αν δεν δημιουργηθούν άμεσα όσο το δυνατόν περισσότερες εστίες αντιστάσεως και αν δεν συγκροτηθεί τελικώς ένα υγιές εθνικό ρεύμα ανατάξεως, δεν φαίνεται να υπάρχει καμία ελπίς σωτηρίας! Μία νέα Άλωση του Ελληνισμού βρίσκεται εν εξελίξει και πιθανότατα δεν θα χρειαστεί να είναι καν στρατιωτική, θα είναι απλώς δημογραφική. Προσοχή: δεν αναφερόμεθα για κάτι που θα συμβεί σε κάποιο μακρινό υποθετικό μέλλον. Συμβαίνει ήδη και πρέπει να γίνει το παν για να σταματήσει!!!