Ἄθληση: ἀρχέγονη ἀτραπὸς ἀνελικτικῆς αὐτοπραγματώσεως καὶ ἡ βέβηλη στρέβλωση τῆς ἐποχῆς μας.

Μέσα από την αρθρογραφία μας έχουμε πολλάκις επισημάνει ότι το σύγχρονο ελληνώνυμο κράτος, στην πραγματικότητα ούτε ελληνικό είναι, καθώς παντοιοτρόπως και συστηματικώς υπονομεύει την ουσία της Ελληνικότητος, ούτε και κράτος είναι, αφού καθημερινώς αποδεικνύει ότι λειτουργεί αφ’  ενός μεν για την εξυπηρέτηση ποταπών μικροσυμφερόντων οικονομικών και πολιτικών παραγόντων, αφ’ ετέρου δε, για την επιβολή (και στον ελλαδικό χώρο) των επιταγών ενός σκοτεινού διεθνούς συστήματος εξουσίας.

Ως προς την πρώτη του ιδιότητα, δηλαδή τον ανθελληνισμό, αυτό το ψευδεπιγράφως αποκαλούμενο «ελληνικό» κράτος, πραγματικά ξεπερνά και τους εχθρούς του. Η αδυσώπητη τουρκική καθυπόταξη, παρά τους πολλούς αιώνες διαρκείας της, δεν κατάφερε εν τούτοις ούτε την ελληνική εθνική συνείδηση να καταλύσει, ούτε τις λαϊκές παραδόσεις να καταστρέψει, ούτε το αίμα των Ελλήνων να εξαλείψει. Τείνει όμως να τα καταφέρει όλα αυτά το “ανεξάρτητο” “ελληνικό” κράτος!

Ο Ελληνισμός, παρά την τρομερή οθωμανική καταπίεση, κατάφερε να διατηρήσει ανέπαφο τον εσωτερικό του πυρήνα και να οδηγηθεί στην μεγαλειώδη Εθνεγερσία της Επαναστάσεως του 1821. Ωστόσο, κατά τρόπο τραγικό, αυτός ο πυρήν Ελληνικότητος, κατά την διάρκεια των διακοσίων μόλις ετών υπάρξεως του κράτους που τότε συγκροτήθηκε, έφθασε σχεδόν να εξαλειφθεί, με κυριότερη περίοδο ραγδαίας παρακμής (πραγματική κατολίσθηση!) την περίοδο της μεταπολιτεύσεως.

Ενώ οι αλγεινές εντυπώσεις από τις πρωτοβουλίες και το εν γένει «έργο» της καταπτύστου «Επιτροπής 1821» (με επικεφαλής την γνωστή αηδιαστική μεγαλοαστή περσόνα – εξέχουσα εκπρόσωπο του καθ’ όλα απεθνισμένου πολιτικο-μηντιακού και ψευδοακαδημαϊκού κατεστημένου που κυριαρχεί), είναι ακόμα νωπές, νέα αισχρά επιχείρηση εξευτελισμού της Ελληνικότητος ξεκίνησε, της οποίας η αφετηρία και αυτή τη φορά εντοπίζεται στο ίδιο ελληνώνυμο δήθεν κράτος! Εν όψει, λοιπόν, της επικειμένης Ολυμπιάδος του Τόκυο, η ελληνική δημοσία τηλεόραση προανήγγειλε σειρά εκπομπών προβολής των αθλητών που θα συμμετάσχουν στην Ολυμπιάδα, κατά τις οποίες ο παρουσιαστής θα συνομιλεί με διακεκριμένους αθλητές, ακολουθώντας τους στους χώρους όπου προπονούνται. Ποιος θα ήταν άραγε ο καταλληλότερος παρουσιαστής για μία τέτοια εκπομπή; Θα ήταν μήπως κάποιος παλαιός ολυμπιονίκης του οποίου η πολυετής εμπειρία, η γνώση και τα αθλητικά βιώματα θα προσέδιδαν κύρος στην εκπομπή και έμπνευση στους αθλητές; – Δυστυχώς όχι. Θα ήταν μήπως κάποιος διανοούμενος του οποίου οι μελέτες και αναλύσεις θα ανεδείκνυαν την σύνδεση του συγχρόνου αθλητικού κινήματος με το αρχαϊκό ελληνικό πνεύμα; – Ούτε κι αυτό… Να το πάρει το ποτάμι; Η επιλογή της δημοσίας τηλεοράσεως για την παρουσίαση στο ελληνικό κοινό των ολυμπιακών αγώνων επελέγη να είναι ένας δεδηλωμένος ομοφυλόφιλος, ο οποίος μάλιστα τα τελευταία χρόνια προβάλλει με ιδιαίτερη θέρμη και ζήλο την σεξουαλική του «ιδιαιτερότητα» (διαστροφή)!

Παρ’ ότι σε κάθε άνθρωπο με φυσικά ένστικτα η επιθετική ομοφυλοφιλία είναι – ήδη από αισθητικής απόψεως και μόνο – απολύτως ασύμβατη με το ολυμπιακό/αθλητικό πνεύμα, μπορούμε να αναλύσουμε λίγο περισσότερο το θέμα, δεδομένου ότι, στον σύγχρονο αποδομημένο και ανεστραμμένο κόσμο ακόμα και τα αυτονόητα χρειάζεται να εξηγηθούν…

Κατά την διαδικασία καταδείξεως αυτής της χαοτικής ασυμβατότητος, πρώτα θα χρειαστεί να ψηλαφήσουμε το πνευματικό υπόβαθρο της ολυμπιακής ιδέας, ώστε να καταδειχθεί η αντίθεση προς την παρακμιακή ψυχοσωματική κατάσταση που αντιπροσωπεύει ο κιναιδισμός. Κι αυτό διότι η αλήθεια δεν μπορεί να ορισθεί ως το αντίθετο του ψεύδους, αλλά το αντίστροφο.

Η απαρχές της ελληνικής αθλητικής παραδόσεως ανάγονται στην ελληνική πρωτο-ιστορία ήτοι στην αρχέγονη, πρωτογενώς αριο-ελληνική κοινωνία των μυκηναϊκών χρόνων, τον πολιτισμό της οποίας γνωρίζουμε πολύ παραστατικώς μέσω των περιγραφών των ομηρικών επών. Στην Ιλιάδα, επί παραδείγματι, περιγράφονται εκτενώς οι πλούσιοι αθλητικοί αγώνες τους οποίους διοργάνωσε ο Αχιλλεύς προς τιμήν του επιστηθίου φίλου και συμπολεμιστού του, Πατρόκλου, μετά την θανάτωσή του τελευταίου κατά την μονομαχία του με τον Έκτορα. Σ’ εκείνους τους αγώνες έλαβαν μέρος μόνο οι Αχαιοί βασιλείς και ευγενείς, αποδεικνύοντας ότι ο αγωνιστικός αθλητισμός από εκείνη την πρώτη του εμφάνιση, συνδέεται αρρήκτως με την ευγένεια, την πολεμικότητα και επιπλέον έχει ιερό χαρακτήρα (έκφραση ηρωολατρίας ως μέρος επικηδείου τελετής) και ήταν αποκλειστικό προνόμιο μόνο ξεχωριστών φύσεων, ολίγων εκλεκτών. Η άθληση, αυτή η μεγαλειώδης εκδήλωση του αυθεντικού (αριο-)ελληνικού πολιτισμού, δεν είναι τυχαίο ότι διαμορφώνει τα οριστικά χαρακτηριστικά της κατά την ίδια περίοδο κατά την οποία εν γένει ο ελληνικός πολιτισμός αποκρυσταλλώνει τα χαρακτηριστικά του, ήτοι, κατά την αρχαϊκή περίοδο. Κάθε τέσσερα χρόνια οι πόλεμοι μεταξύ των  ελληνικών πόλεων-κρατών έπαυαν και Έλληνες συνήρχοντο στην Ολυμπία όπου ετελούντο πανελλήνιοι αθλητικοί αγώνες στο πλαίσιο λατρευτικών τελετών, εντός πνεύματος πανελληνίου ενότητος και ιερότητος, υπό την αιγίδα του Διός-Πατρός και του Ολυμπίου πανθέου. Σ’ αυτούς τους αγώνες οι αθλητές εφαρμόζοντας στην πράξη την ομηρική ρήση “αἰεν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων”, φαινομενικώς αντ-αγωνίζονταν με  ορατό αποκλειστικό σκοπό την νίκη και την δόξα, στην πραγματικότητα όμως η μάχη των αθλητών αποτελούσε συν-αγωνισμό με πραγματικό υπέρτατο σκοπό την αρετή. Η νίκη, τα έπαθλα και η δόξα που αποκτούσε ο νικητής δεν ήταν παρά συνοδεύοντα σημεία και δείκτες της αρετής, της αριστείας και της ανδρείας, φορεύς των οποίον ήτο ο Ολυμπιονίκης, τα οποία ωστόσο πιστωνόταν η φυλετική κοινότης, η ιδιαιτέρα πατρίς, η πόλη καταγωγής του νικητού.

Όμως ακόμη και σήμερα σε συνεντεύξεις σημαντικών αθλητών, κατά βάσιν μεγαλυτέρας ηλικίας, οι οποίοι έχουν με το πέρασμα των ετών κατανοήσει και εσωτερικεύσει, ως βίωμα ζωής, την ουσία της αθλήσεως, γίνεται εμφανής αυτή η αυθεντική στόχευση του πραγματικού αθλητού προς την ουσιώδη εσωτερική νίκη, δηλαδή προς την επίτευξη της αρετής. Η αρετή στην οποία στοχεύει ο πραγματικός αθλητής δεν είναι παρά η υπέρβαση του συνήθους, του συμβατικού επιπέδου υπάρξεως, εξ ου και η ετυμολογική προέλευση του όρου «άθληση»-«αθλητισμός» από την λέξη «Άθλος» που παραπέμπει στην οντολογική υπέρβαση. Ας μην ξεχνούμε ότι ο απόλυτος αρχαίος ήρως-πρότυπο αθλητού ήτο ο ημίθεος Ηρακλής, ο οποίος αποθεώθηκε διά των άθλων του!

Εξαιρετικώς διεισδυτικός στην περιγραφή του υπερβατικού χαρακτήρος της αθλητικής προσπαθείας, συγκεκριμένου μάλιστα τύπου, υπήρξε ιδίως ο οξυδερκής Ιούλιος Έβολα στα πολλά, σχετικά με το θέμα, κείμενά του.

Στη βέβηλη εποχή μας, σε πλήρη αναντιστοιχία προς το αυθεντικό πνεύμα των αρχαίων αγώνων, ο σύγχρονος εκτροχιασμένος αθλητισμός (στρεβλή απόφυση ενός εν γένει εκτροχιασμένου και βέβηλου πολιτισμού) έχει ταυτιστεί με την ανούσια επίδειξη (show), με τον εμπορικό αυτοσκοπό, με την αδίστακτη κερδοσκοπία εταιρειών, με την διαφήμιση, με την χρήση αναβολικών ουσιών, με την εκτονωτική βία του χουλιγκανισμού, με την αποχαύνωση της μαζικοποιήσεως των παθητικών (τηλε-)θεατών/οπαδών και όλες τις λοιπές παθογενείς στρεβλώσεις. Το αρχέγονο αθλητικό πνεύμα φαντάζει εντελώς λησμονημένο και απόν. Ωστόσο, παρά την εν γένει κυριαρχία της επιθετικής παρακμής, ίχνη του αρχαίου αθλητικού πνεύματος, έστω εν σπέρματι, δύναται ενίοτε να ανιχνευτούν ακόμα και στο σύγχρονο αθλητικό κίνημα. Ο αθλητής, τόσο κατά την διάρκεια του αγώνος, όσο και κατά την μακροχρόνια προετοιμασία, βιώνει μία διαρκή μάχη, τόσο απέναντι στα συναισθήματα και τον ψυχισμό του, όσο και απέναντι στο ίδιο το σώμα του, αλλά και απέναντι στον, πλήρως αναντίστοιχο με τον γνήσιο αθλητικό πνεύμα, σύγχρονο τρόπο ζωής. Η σωματική καταπόνηση του αθλητού είναι συνεχής και συχνά συνοδεύεται από ποικίλους τραυματισμούς, σωματικές φθορές και πόνους, που, σε πολλά αγωνίσματα με το πέρασμα του χρόνου φθείρουν την σωματική υπόσταση του αθλητού. Η σωματική κόπωση και ελάττωση του διαθεσίμου προς άλλες ασχολίες, χρόνου, αθροιζόμενα οδηγούν τον αθλητή στον πειρασμό να εγκαταλείψει την προσπάθεια και να αναζητήσει την ανάπαυση, την βόλεψη και την θαλπωρή.

Η συναισθηματική κατάσταση του αθλητού, ιδίως κατά την διάρκεια των αγώνων, υπόκειται σε συνεχείς διακυμάνσεις. Την μία στιγμή μπορεί να βιώσει καταστάσεις ευφορίας και ενθουσιασμού, ένεκα των οποίων όμως μπορεί να παρασυρθεί σε λανθασμένη στρατηγική, σπαταλώντας τις δυνάμεις του, άλλοτε να πιέσει τον εαυτό του πέρα από τις δυνατότητές του και να τραυματιστεί ή να εξαντληθεί και να καταρρεύσει, να παγιδευτεί σε σκέψεις και αισθήματα απελπισίας και απογνώσεως και να εγκαταλείψει τον αγώνα ή να σημειώσει πολύ χειρότερη επίδοση από αυτή που θα μπορούσε.

Η μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζει προκειμένου να συνεχίσει να πορεύεται στην ανωφερή ατραπό του είναι να καταφέρει να ελέγξει όλες αυτές τις εναντιοδρομικές καταστάσεις, σκέψεις, ενδόμυχες ροπές και αρνητικά βιώματα. Για να καταφέρει να συνεχίσει πρέπει ο «νους» (το «λογιστικόν» κατά Πλάτωνα) ως η ηγεμονική δύναμη, να χαλιναγωγήσει και να κατευθύνει τόσο το φυσικό σώμα όσο και τον ψυχισμό, αντί να υποταχθεί στις συνεχείς και αλλοπρόσαλλες μεταπτώσεις των συναισθημάτων και διαθέσεων.  Στις μεν καταστάσεις σωματικής ευφορίας και συναισθηματικής ευεξίας, ο νους δεν πρέπει να παρασυρθεί σε ασύνετες εξάρσεις ενώ κατά τις καταστάσεις σωματικού πόνου και συναισθηματικής απελπισίας, ο νους πρέπει καταστεί τη ζωοποιός δύναμις, η ακτίς φωτός που θα αναστήσει το «νεκρό» σώμα κατανικώντας τα αρνητικά συναισθήματα. Στην ένταση του αγώνος, ο νους του αθλητού-μαχητού δεν πρέπει να παρασυρθεί από το «τραγούδι των σειρήνων» (που τον καλούν σε παραίτηση). Απεναντίας θα πρέπει να οραματιστεί έναν μυθικό ήρωα, να ακούσει ή να ανακαλέσει στην μνήμη του, έναν λεβέντικο σκοπό που θα τον αναπτερώσει. Η οικοδόμηση της αρμονικής τριαδικής σχέσεως: νοός, συναισθήματος και φυσικής κινήσεως είναι μία διεργασία η οποία απαιτεί πολλά χρόνια εσωτερικής εργασίας και συνειδητής προσπαθείας για να κρυσταλλωθεί. Σε αντίστοιχες αναγνωρίσεις σχετικές με την φύση του ανθρώπου και την τελειοποίηση της είχε καταλήξει και ο Γ.Ι.Γκουρτζίεφ, τις οποίες ανέδειξε αναφερόμενος στα ανθρώπινα ενεργειακά κέντρα και στις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ τους. Υπ’ αυτή την οπτική (του εσωτερισμού), όπως άλλωστε προανεφέρθη, ο αγών και η νίκη για τον πραγματικό αθλητή δεν αποτελούν παρά μία οδό εσωτερικής εργασίας, διά της οποίας οδηγείται στην διάπλαση μίας ανθρωπίνης οντότητος με υπερβατικά υπαρξιακά χαρακτηριστικά.

Η διαδικασία προς την ανέλιξη πραγματώνεται καθώς ο άνθρωπος διέρχεται υπερβατικές καταστάσεις, όταν δηλαδή επιχειρεί να υπερβεί το εφήμερο και ευμετάβλητο εγώ του αναζητώντας το αιώνιο Είναι. Η έννοια της (αυθ-)υπερβάσεως μέσω της μάχης και του πολέμου, κυρίως της εσωτερικής μάχης, του αγώνος εντός του ψυχισμού, είναι παρούσα σε όλες τις αριοευρωπαϊκές παραδόσεις. Την συναντούμε σε πολιτισμούς που μπορεί να είναι απομακρυσμένοι γεωγραφικώς και χρονικώς ή και σε πολιτισμούς χωρίς πολιτισμικές επαφές μεταξύ τους (τουλάχιστον όχι εμφανείς), διατρανώνοντας πέραν των άλλων την συνάφεια και συγγένεια του αριοευρωπαϊκού πνεύματος, ως απόρροια των βιολογικών και πνευματικών δεσμών και της απώτερης κοινής καταγωγής.

Η έννοια της υπερβάσεως είναι εμφανής, όπως προανεφέρθη, στο αρχαϊκό ελληνικό αγωνιστικό πνεύμα καθώς επίσης και στις αρχαίες ινδικές παραδόσεις με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το έπος Μπαγκαβάτ Γκιτά. Σε αυτό το έπος ο ήρως Αρτζούνα βρίσκεται πάνω στο πολεμικό του άρμα και κατευθύνεται προς το πεδίο της μάχης για να συναντήσει του εχθρό. Κατά την διάρκεια την εφορμήσεώς του συνομιλεί με τον θεό Κρίσνα σχετικώς με την φύση του πολέμου με τρόπο που εμφανίζει αξιοπρόσεκτη συνάφεια με τις ελληνικές παραδόσεις.

Η ίδια η ιδέα του «άθλου», της αυθυπερβάσεως, είναι επίσης παρούσα στην παράδοση του Μιθραϊσμού, της ιρανογενούς ηλιακής λατρείας που διαδόθηκε ιδίως στις ρωμαϊκές λεγεώνες. Σύμφωνα με έναν από τους μιθραϊκούς μύθους, ο Μίθρας, προσδοκώντας να φτάσει το Υπέρτατο, προκαλεί ακόμα και τον ίδιο τον Ήλιο σε μονομαχία! Η σκηνή αυτή παρουσιάζει εκπληκτική ομοιότητα με τους μύθους που σχετίζονται με τον Διγενή Ακρίτα, τον οποίο, το πνεύμα του μεσαιωνικού Ελληνισμού, παρουσίασε ικανό να παλεύει με τον ίδιο τον Χάροντα! Ερειδόμενος σ’ αυτές τις παραδόσεις ο εμπνευσμένος Φρειδερίκος Νίτσε (επαν-)έφερε στο φιλοσοφικό προσκήνιο την ηρωική και υπερβατική αντίληψη ζωής διά της εισαγωγής της εννοίας του Υπερανθρώπου. Σύμφωνα με την νιτσεϊκή αντίληψη, ο άνθρωπος δεν μπορεί να ιδωθεί παρά μόνο ως μια γέφυρα προς τον Υπεράνθρωπο, ή, όπως αναδιατύπωσε την ίδια ιδέα ο Καζαντζάκης: «Πυραμίδα, ο άνθρωπος. Στην βάση ζώο, στην κορυφή θεός. Χρέος μας η ανηφόρα».

Αν ο αθλητισμός, στην υγιή τουλάχιστον μορφή του, μπορεί να αποτελέσει μια οδό εσωτερικής εργασίας προς την οικοδόμηση ενός ανωτέρου τύπου ανθρώπου, ο κιναιδισμός συνιστά μία αντίστροφη διαδικασία, έναν δρόμο προς την πλήρη αποδόμηση του ανθρωπίνου Είναι. Σε μία τέτοια εκτροχιασμένη κατάσταση υπάρξεως οι περισσότερο σκοτεινές και νοσηρές πλευρές του σώματος και του συναισθήματος κυριαρχούν δικτατορικώς, απαιτώντας συνεχή ικανοποίηση. Στην σύγχρονη μάλιστα εποχή η αισχρά τυραννία των κατωτέρων ενστίκτων και συναισθημάτων έχει εδραιωθεί με τρόπο ολοκληρωτικό, λαμβάνοντας μάλιστα τα χαρακτηριστικά δογματικής ιδεολογίας! Σε μία τόσο εκτροχιασμένη κατάσταση η προαναφερθείσα έννοια της υπερβάσεως είναι εντελώς ξένη καθώς η δουλική υποτέλεια προς ανεξέλεγκτα και αχόρταγα διαστροφικά πάθη διαποτίζει ολοκληρωτικώς το διεστραμμένο άτομο. Ο κιναιδισμός και δη στην απολύτως ξεσαλωμένη και επιθετική σύγχρονη εκδήλωσή του, αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα «ανθρώπου-τρελής μηχανής» κατά την ορολογία του Γ.Ι. Γκουρτζίεφ. Η «μηχανή» αυτή δεν διαθέτει σταθερό εγώ (υπαρξιακό πυρήνα-κέντρο) αλλά είναι ανερμάτιστη, διαρκώς μεταλλασσομένη, τόσο ως αποτέλεσμα των μεταβαλλομένων εξωτερικών συνθηκών όσο και ως αποτέλεσμα των εσωτερικών της χασμάτων, των αντιφάσεων και την εν γένει κιβδηλότητος και δυσαρμονίας.

Σχετικώς με την σημειολογία του κιναιδισμού αξίζει να ανατρέχετε στο πολύ σημαντικό παλαιότερο άρθρο μας: https://www.armahellas.com/2018/06/11/%ce%ba%ce%b9%ce%bd%ce%b1%ce%b9%ce%b4%ce%af%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%e1%bd%b6-%cf%84%e1%bd%b0-%e1%bc%80%ce%bd%ce%b8%cf%81%cf%8e%cf%80%ce%b9%ce%bd%ce%b1-%e1%bc%90%ce%bd%ce%b5%cf%81%ce%b3%ce%b5%ce%b9%ce%b1/).

Σήμερα, δεν είναι μόνο η ο ξεσαλωμένος κιναιδισμός  που επιτίθεται αλλά μαζί του προσπαθούν να εδραιωθούν και να επιβληθούν οι κάθε λογής κατώτερες και αισχρές φύσεις. Όλων των ειδών οι διαστροφές οι οποίες ουδένα συνδετικό δεσμό έχουν μεταξύ τους, πέραν της κοινής τους αντιθέσεως προς την ανθρωπίνη οντολογία, συνασπίζονται και εφορμούν λυσσωδώς. Άλλωστε, όπως είχε πει ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, «το μεν αληθές εν, το δε ψεύδος πολυσχιδές». Τα χθαμαλά ένστικτα αυτών των δυστυχών και μίζερων υπάρξεων τους στρέφουν με μένος εναντίον οιουδήποτε φορέως αληθούς πνεύματος διακρίνουν. Άπειρα και καθημερινά τα παραδείγματα…

Είναι φανερό ότι το σύγχρονο διεθνές σύστημα όχι μόνον επιτρέπει αλλά και υποδαυλίζει την αισχρή βεβήλωση και πλαστογραφία του αληθούς ηλιακού αθλητικού/ολυμπιακού ιδεώδους. Τα διάφορα κατά καιρούς γεγονότα δεν αποτελούν παρά επί μέρους συμπτώματα της συνολικής εκτροπής. Ο αθλητισμός ως αυθεντικός φορεύς του αθάνατου αρχαίου πνεύματος, «του ωραίου, του μεγάλου και του αληθινού», όπως είχε γράψει ο Κωστής Παλαμάς στον εμπνευσμένο από το αρχαίο κλέος ύμνο του των συγχρόνων ολυμπιακών αγώνων δεν έχει απλώς αλλοιωθεί. Έχει κατακρεουργηθεί και διαστραφεί!

Όπως προανεφέρθη, ο σύγχρονος εκτροχιασμένος αθλητισμός έχει σκοπίμως ταυτιστεί, διεθνώς, με διαφημίσεις εταιρειών και εμπορικά συμφέροντα, με την αθέμιτη χρήση αναβολικών ουσιών, ενώ, ειδικά όσον αφορά συγκεκριμένες κατηγορίες αθλημάτων, έχει επιπροσθέτως μολυνθεί από νεγροειδείς αντιαισθητικές υποκουλτούρες. Μεγάλες αθλητικές διοργανώνεις καθίστανται μέσα προωθήσεως του πολιτιστικού μαρξισμού με αδιανόητα φαινόμενα, όπως επί παραδείγματι την αποδοχή τραβεστί σε αγώνες γυναικών (!) ή την δημιουργία ομάδας «προσφύγων» στους ολυμπιακούς αγώνες! Δυστυχώς το ελληνώνυμο κρατίδιο σε πολλές περιπτώσεις πρωτοστατεί σε τέτοια ανοσιουργήματα!

Ενδεικτικώς ίσως πρέπει να θυμίσουμε ότι στην Ολυμπιάδα της Αθήνας το 2004 για πρώτη φορά ήταν που οι αθλητές των χωρών εισήλθαν στο στάδιο κατά την τελετή ενάρξεως, όχι με συντονισμένο βήμα, υπό την υπόκρουση κάποιου παιάνος-εμβατηρίου, όπως ανέκαθεν συνέβαινε, αλλά εισήλθαν και «παρήλασαν» ως ασύντακτα «μπουλούκια» ενώ την ίδια ώρα τα μεγάφωνα του σταδίου ξερνούσαν βέβηλη «μουσική» συγχρόνου «αισθητικής» (ακαλαισθησίας). Την δε τελετή λήξεως σημάδευσε ένα, αλήστου μνήμης, αγροτικό όχημα γεμάτο …καρπούζια, με ένα τσούρμο αθιγγάνους και κατσιβέλες (ως παραδείγματα νέων …Ελλήνων) να τρέχουν ξωπίσω του!!!

Η επιλογή, λοιπόν, της κα(ρ)πουζιδείου παρουσιάσεως των αφιερωμάτων στην πορεία προς τους ολυμπιακούς αγώνες του Τόκυο, μόνο ως ένα (ακόμα) δείγμα βεβηλώσεως του αυθεντικού πνεύματος του αρχεγόνου Ολυμπισμού μπορεί να ιδωθεί…