Φρειδερίκος Νίτσε: “Μοντέρνα δημοκρατία: H Ιουδαία εναντίον της Ρώμης. Η μνησικακία των εξεγέρσεων των Δούλων στην Ιουδαϊκή ηθική.”


Η εξέγερση των δούλων στην ηθική αρχίζει όταν η μνησικακία γίνεται η ίδια δημιουργική και γεννά αξίες: η μνησικακία τέτοιων όντων, στα οποία απαγορεύεται η αληθινή αντίδραση, δηλαδή η αντίδραση της πράξης, και τα οποία βρίσκουν ανταμοιβή μόνο σε μια φανταστική εκδίκηση.
Ενώ κάθε ευγενής ηθική εκβλαστάνει από μια θριαμβευτική κατάφαση στον ίδιο της τον εαυτό, η ηθική των δούλων λέει από την αρχή «Όχι» σε κάθε τι που είναι “έξω” απ’ αυτήν, σε καθετί που είναι “διαφορετικό” απ’ αυτήν σε καθετί που “δεν είναι ο εαυτός της”: και αυτό το Όχι είναι η δημιουργική της πράξη. Αυτή η αντιστροφή του αξιοθετούντος βλέμματος – αυτή η πρωτουργός κατεύθυνσή του προς τα έξω αντί έσω, προς εαυτόν – αποτελεί ακριβώς ίδιον της μνησικακίας:Η ηθική των δούλων προϋποθέτει πάντα για την γέννησή της την ύπαρξη ενός εξωτερικού και αντιθέτου κόσμου, με όρους δε φυσιολογίας χρειάζεται εξωτερικά ερεθίσματα για να προκύψη η δράση της – η οποία δράση είναι κατά βάσιν αντίδραση.

Το αντίθετο ισχύει για την υπό των ευγενών θέσπιση αξιών: αυτή δρα και ενεργεί ενδογενώς και αυθορμήτως, αναζητεί δε το αντίθετόν της μόνον για να πει Ναι στον εαυτόν της με ακόμη πιο πολλή ευγνωμοσύνη και χαρά – η αρνητική της έννοια “χθαμαλός”, “κοινός, χυδαίος”, “ανεπαρκής, κακός” δεν είναι παρά μεταγενέστερη εικόνα αντιθέσεως προς την θεμελιώδη της, με ζωή και πάθος διαποτισμένη στάση «ἐμεῖς οἱ εὐγενεῖς, ἐμεῖς οἱ ὡραῖοι, ἐμεῖς οἱ εὐδαίμονες!».

Οι άνθρωποι “καλής γενιάς” αισθάνονταν “ευτυχισμένοι”· δεν είχαν ανάγκη να κατασκευάσουν τεχνητά την ευτυχία τους συγκρινόμενοι με τους εχθρούς τους, να πείσουν τον εαυτό τους ή να του πουν ψέμματα (όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι της μνησικακίας)· και παρομοίως ως πλήρεις, γεμάτοι ενέργεια και επομένως κατ’ ανάγκην δραστήριοι άνθρωποι που ήσαν, ήξεραν να μη ξεχωρίζουν την ευτυχία από την δράση – το “να είσαι δραστήριος” συγκαταλογιζόταν κατ᾿ ανάγκην στην ευτυχία (από εδώ προέρχεται η έκφραση “ευ πράττειν”).

Όλα αυτά βρίσκονται σε μεγάλη αντίθεση με την “ευτυχία” έτσι όπως την φαντάζονται οι ανήμποροι, οι καταπιεσμένοι, οι δηλητηριασμένοι από φαρμακερά και εχθρικά συναισθήματα, στους οποίους η ευτυχία παρουσιάζεται ουσιαστικά σαν ναρκωτικό, αναισθησία, ξεκούραση, ειρήνη. “Σάββατο”, χαλάρωση του πνεύματος και των μελών, κοντολογής παθητικά.

Ενώ ο ευγενής άνθρωπος ζει με εμπιστοσύνη και ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό του (η λέξη γενναίος “άνθρωπος από ευγενή γενιά” υπογραμμίζει την απόχρωση της ειλικρίνειας και ίσως της “απλοϊκότητας”), ο άνθρωπος της μνησικακίας δεν είναι ούτε ειλικρινής, ούτε απλοϊκός, ούτε ανέντιμος και ευθύς με τον εαυτό του. Η ψυχή του αλλοιθωρίζει· το πνεύμα του αγαπά τις σκοτεινές γωνιές, τα παράμερα μονοπάτια, τις μυστικές πόρτες, κάθε τι κρυφό τον δελεάζει, εδώ ξαναβρίσκει τον κόσμο του, την ασφάλειά του, την ανακούφισή του.


Η Ρώμη αισθανόταν στον Εβραίο κάτι σαν την ίδια της την αντιφύση, ένα τέρας, ούτως ειπείν, τοποθετημένο στους αντίποδές της· στην Ρώμη θεωρούσαν τον Εβραίο “ον αποδεδειγμένως ένοχον μίσους προς όλο το ανθρώπινο γένος”: και δικαιολογημένα, στο μέτρο που έχει κανείς το δικαίωμα να βλέπει τη σωτηρία και το μέλλον του ανθρώπινου γένους στην άνευ όρων κυριαρχία των αριστοκρατικών αξιών, των ρωμαϊκών αξιών.

Τι αισθάνονταν, από την άλλη μεριά οι Εβραίοι για την Ρώμη; Χίλιες ενδείξεις μας επιτρέπουν να το μαντέψουμε. Αρκεί όμως να ξαναθυμηθούμε την Αποκάλυψη του Ιωάννη, το πιο άγριο και εκρηκτικό κείμενο που κουβαλά η εκδικητικότητα στην συνείδησή της.

Οι Ρωμαίοι ήταν οι ισχυροί και οι ευγενείς, σε τέτοιο βαθμό που ποτέ μέχρι τότε δεν υπήρξαν , ούτε κατά φαντασίαν, πιο ισχυροί και πιο ευγενείς από αυτούς· κάθε κατάλοιπο που άφησαν πίσω τους, κάθε επιγραφή τους μαγεύει, αρκεί να μαντέψει κανείς τι γράφει πάνω της.

Οι Εβραίοι αντίθετα, ήταν ο κατ’ εξοχήν ιερατικός λαός της μνησικακίας, ένας λαός προικισμένος με απαράμιλλη λαϊκή-ηθική ιδιοφυία.


Ποιός από τους δύο έχει νικήσει στο μεταξύ, η Ρώμη ή η Ιουδαία; Μα δεν υπάρχει αμφιβολία: σκεφτείτε μπροστά σε ποιόν υποκλίνονται σήμερα, ακόμη και στην ίδια την Ρώμη, σαν να είναι η πεμπτουσία όλων των αξιών – και όχι μόνο στην Ρώμη, αλλά στην μισή σχεδόν γη, παντού όπου ο άνθρωπος έχει εξημερωθεί ή θέλει να εξημερωθεί – υποκλίνονται μπορστά σε τρεις Εβραίους, όπως είναι γνωστό, και σε μια Εβραία (μπροστά στον Ιησού από την Ναζαρέτ, στον ψαρά Πέτρο, στον υφαντή χαλιών Παύλο και στην μητέρα του προαναφερθέντος Ιησού, την ονομαζόμενη Μαρία). Ιδού ένα αξιοσημείωτο γεγονός: δεν χωράει αμφιβολία πως η Ρώμη νικήθηκε.


Η λέξη κακός,όπως και η λέξη δειλός (που κατονομάζει τον πληβείο σε αντίθεση με τον αγαθόν) υπογραμμίζει την δειλία: αυτό ίσως δίνει μια ένδειξη για την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να αναζητήσουμε την ετυμολογία της πολυσήμαντης λέξης αγαθός. Η λατινική λέξη malus (την οποία βάζω δίπλα στην ελληνική λέξη μαύρος) μπορεί να προσδιόριζε τον κοινό άνθρωπο ως τον σκουρόχρωμο, προπαντός ως τον μαυρομάλλη, ως τον προ-άριο αυτόχθονα της ιταλικής γης, ο οποίος ξεχώριζε ιδίως από το χρώμα του από την ξανθή ράτσα των αρίων κατακτητών που έγιναν κύριοί του.

Τα κελτικά τουλάχιστον μου έδωσαν μια εντελώς παρόμοια περίπτωση: είναι η λέξη fin, η διακριτική λέξη της αριστοκρατίας που σημαίνει τελικά τον καλό, τον ευγενή, τον καθαρό ,και αρχικά τον ξανθό, σε αντίθεση με τον σκουρόχρωμο , μαυρομάλλη, αυτόχθονα κάτοικο.

Ποιός μας εγγυάται ότι η μοντέρνα δημοκρατία, ο ακόμη πιο μοντέρνος αναρχισμός και ιδίως εκείνη η τάση για “commune”, για την πρωτόγονη κοινωνική μορφή, τάση κοινή σήμερα σε όλους τους σοσιαλιστές της Ευρώπης, δεν είναι κατ᾿ ουσίαν μια φοβερή Εβραϊκή αντεπίθεση – και ότι η φυλή των κατακτητών και των κυρίων, η φυλή των Αρίων, δεν είναι έτοιμη να υποκύψει ακόμη και από άποψη φυσιολογίας;