ΤΟ ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΥΡ – ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟΝ ΤΟΥ

Κόσμον τόνδε οὔτε τις θεῶν οὔτε τις ἀνθρώπων ἐποίησεν – ἀλλ᾿ ἦν ἀεὶ καὶ ἔσται Πῦρ ἀείζωον καὶ ἀείπνοον, ἁπτόμενον μέτρα καὶ ἀποσβεννύμενον μέτρα. (Ἡράκλειτος)

Δές ᾿κεῖ βαθειὰ μέσ᾿ στὴν ρόδινη αυγή
τοῦ Ἥλιου τὴν Θεία ματιά…

Ο ήλιος, αυτός που το πρωί ανατέλλει και βασιλεύει το βράδυ, αυτός είναι το ζωντανό ΠΥΡ!

Ποιός δεν θα ξαφνιαζόταν από αυτήν την ασυνήθιστη διατύπωση σήμερα;

Ο σύγχρονος άνθρωπος, όπως ακριβώς δεν αποδίδει καμμιά σημασία στο ερώτημα γιατί ο ουρανός βρίσκεται ψηλά, έτσι δεν ενδιαφέρεται και για τούς λόγους τούς οποίους υποσημαίνει ο ήλιος, που βασιλεύει στήν δύσι και προβάλλει από την ανατολή, καθώς λάμπει και θερμαίνει, ακολουθώντας μια κανονική τροχιά στόν ουρανό και μη σβήνοντας ποτέ.

Κι όμως, ο άνθρωπος χρειάστηκε αιώνες για να εκλάβη ως «συνηθισμένο», ήτοι ανάξιον ιδιαιτέρας παρατηρήσεως τον απλόν αυτό κύκλο, το συνεχές αυτό πέρασμα από το σκοτάδι στο φως, με όλες τις ενδιάμεσες φάσεις του, την αυγή και τις υποσχέσεις της για ζωή, το μεσουράνημα και την φλογερή δύναμή του, με το βράδυ και την επιθανάτια αγωνία του.

Ξεπερνώντας, λοιπόν, αυτήν την υπαγωγή στον ισοπεδωτικό εθισμό, συλλαμβάνουμε ότι στην καρδιά αυτού του συμβολικού κύκλου φωτός και σκότους εμφωλεύει μια δύναμη και μια μοίρα αμφίσημη: ο ήλιος που ζεσταίνει φέρει μαζύ του το φως και την ζωή – μπορεί όμως εξ ίσου και να κάψη, να απανθρακώση, να προξενήση ξηρασία και θάνατο.

Ζει, κινείται, φωτίζει – τα βράδια όμως αναγκάζεται να διακόψη την πορεία του, για να αναπαυθή ή για να κατέβη στο βασίλειο των ίσκιων, όπου η ζωογόνος δύναμη και το πνευματικό φως του απειλούνται από τις δυνάμεις της Διαλύσεως και του θανάτου!

H πρώτη εικόνα που έρχεται στον νου, συναφώς προς τον ήλιο, αυτό το ζωντανό ΠΥΡ, είναι ένα θεόρατο καμίνι που καίει στα έγκατα του Σύμπαντος.

Σπίθα, κερί, ανθρακιά πυρακτωμένη – τέτοιες στοιχειώδεις εικόνες απαντούμε σε πολλούς λαούς της Ευρώπης, μεταξύ άλλων στους Σκανδιναβούς και τους Κέλτες.

Στην Έδδα ο ήλιος είναι μια σπίθα που ξεπήδησε απο την κοχλάζουσα άβυσσο του Μούσπελχαϊμ, ενώ σε πολλές περιοχές της Κορνουάλης, της Ιρλανδίας και της Βρετάνης κυκλοφορούν ακόμα ιστορίες και θρύλοι που ισχυρίζονται ότι κάποιες ημέρες του χρόνου, όταν βραδυάζει και ο ήλιος βουτάει στον ωκεανό, μπορεί κανείς να αφουγκρασθή έναν ευδιάκριτο ήχο από κάρβουνα που βρέχονται.

Πώς καίει, λοιπόν, αυτή η φωτιά; Από που αντλεί την ενέργειά της; Για ποιόν λόγο ακολουθεί μια πορεία που μεταβάλλεται ανάλογα με τις εποχές; Γιατί εξαφανίζεται κάθε βράδυ για να ξαναγεννηθή την αυγή;
Το μυθολογικό, λοιπόν, σύμβολο, δια μέσου του οποίου δύνανται αυτά τα κενά να εκπληρούνται και η συμβολική εικόνα να επιτυγχάνει την ακεραιότητά της, είναι το ΑΡΜΑ.

Οι Ινδοευρωπαίοι, ( Έλληνες, Ινδοί, Γερμανοί, Σκανδιναβοί, Ιρανοί, Λατίνοι), λαοί νομαδικοί, ήσαν αυτοί που εισήγαγαν το άλογο και επενόησαν το άρμα. Καθένας από αυτούς τους λαούς, μέσα από τους μύθους του, μετήγαγε μεταφορικώς στις τεράστιες διαστάσεις του ουρανού τα οικεία αντικείμενα του ιδίου του βίου.
Το ΑΡΜΑ είναι για τον ήλιο το μέσον για να διελαύνη τα ουράνια διαστήματα – και δεν είναι ένα οποιοδήποτε άρμα.

Είναι καμωμένο από χρυσάφι, ασήμι, χρυσόλιθο και σμαράγδια, το σέρνουν τέσσερα ατίθασα άλογα που ξεφυσούν φωτιά και που πολύ δύσκολα χαλιναγωγούνται. Εκτός αυτού, ο δρόμος τον οποίον διανύει ο ήλιος, είναι δύσβατος, σπαρμένος εμπόδια και τέρατα ικανά να παγώσουν το αίμα στις φλέβες και του πιο σκληροτράχηλου ανδρός: είναι τα θηρία που ενυπάρχουν εντός της ανθρωπίνης υποστάσεως!

Το ΑΡΜΑ, λοιπόν, επέλεξαν οι Αριοι λαοί να δωρίσουν στόν θεό ΗΛΙΟ, επίκεντρον της Υπάρξεώς τους, προκειμένου να καταφέρουν οι ίδιοι να γνωρίσουν τον Κεντρικό, Ηλιακό Εαυτό τους και να θεαθούν την Αλήθεια!

Είμαστε απόγονοι Εκλεκτών Ηρώων!

Δεν μας απομένει παρά να το επιβεβαιώσουμε αυτό, ανεβαίνοντας στο ΑΡΜΑ, το οποίο φυσικώς κι ακόπως οδεύει πρός τα πεδία των Μαχών, αυτό του Μεγάλου Εσωτερικού Πολέμου και εκείνα του παραλλήλου Μικρού Εξωτερικού, έχει δε ως προορισμό τα ανάκτορα της Βαλχάλλας – εκεί όπου, ο Ζεύς, ο Όντιν και ο Ίντρα προσμένουν τους επομένους Εκλεκτούς Ήρωες!!!

Τα όπλα αδράξτε αδερφοί, πολέμου ιαχή!
Στους δρόμους βγήτε ακάθεκτοι, ορθώστε το κορμί!
Με λύσσα οι εχθροί μας χτυπούνε- εβραίοι, μπολσεβίκοι, αστοί·
το αίμα μας θέλουν να πιούνε – προδότες πολλοί οι συνεργοί…
Παιάνες προγόνων ακούμε, στα στήθη μας καίει η οργή!
/για να εκδικηθούμε
-εμπρός! Ένας Ήλιος το ΑΡΜΑ οδηγεί-κι εμψυχώνει με νέα Πνοή!

ΕΠΙΒΙΩΣΕ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΕΝΟΣ
Ή
ΠΕΘΑΝΕ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ!!!