Ὁ Ἐθνικοσοσιαλισμὸς στὴν Ἐποχή μας (τοῦ Klas Lund)

Ὡς ΑΡΜΑ ἔχουμε χαράξει ἕνα Δρόμο πού, ὅσο κι ἂν πολιτικῶς καὶ χρονικῶς ἀποτελεῖ φυσικὴν συνέχειαν τοῦ παλαιοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ τοῦ μεσοπολέμου, ἐν τούτοις ξεχωρίζει ἀποφασιστικῶς, ἀφ᾿ ἑνὸς δυνάμει βαθυτέρων μεταφυσικῶν, παραδοσιακῶν καὶ ἱστορικῶν ἐρεισμάτων, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ διὰ μιᾶς ὁλικῆς κοσμοθεωρητικῆς καὶ βιοθεωρητικῆς ῥιζικῆς ἀντιπαραθέσεως καὶ ῥήξεως πρὸς τὸν σύγχρονον κόσμον καὶ τὸ σύνολον τῆς ὠργανωμένης ἐκτροπῆς πού, στὸ κορύφωμά της, ὡς ἡ ἐνσάρκωση τῶν ἀρνητικῶν δυνάμεων τῆς Διαλύσεως, ἐκφράζεται ὡς “τὸ Σύστημα”.

Προσέτι δὲ οἱ πολιτικὲς συνέπειες αὐτῆς τῆς ὁλοκληρούσης ἐμβαθύνσεως καὶ ἀποκαταστάσεως τῆς βαθυτέρας ἑνότητος τῶν ἐπὶ μέρους μερικῶν ἰδεῶν καὶ ἐκφράσεών μας συνεπάγονται, μεταξὺ ἄλλων, μίαν ὁριστικὴ ῥῆξι πρὸς τὴν παλαιὰν ἐσωστρεφῆ ὑποκειμενικότητα τοῦ προ-εθνικοσοσιαλιστικοῦ στενοῦ ἐθνικισμοῦ, ὁπότε καὶ πράγματι διὰ πρώτην φορὰν ἀποκτᾷ τὴν πλήρη της ἰσχὺν ἡ γνωστὴ παροιμιώδης ῥῆσις τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ, “τὸ Ἔθνος πρέπει νὰ μάθῃ νὰ θεωρῇ ἐθνικὸν ὅ,τι εἶναι ἀληθές”.
Πρὸς καταδήλωσιν αὐτῆς τῆς ὀργανικῆς ὁλοκληρώσεως τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ, καθιστωμένης μάλιστα ἐπιτακτικῶς ἀναγκαίας ἀκριβῶς στὴν ἐποχή μας, τῆς ὁλοκληρωτικῆς καὶ τελικῆς ἀντιπαραθέσεως πρὸς τὶς ἐντροπιακὲς ἐκεῖνες δυνάμεις ποὺ πλέον λυσσομανοῦν ἀλλὰ καὶ τρικλίζουν, χρησιμοποιοῦμε ἀπὸ τῆς πρώτης στιγμῆς τῆς ἀνεξαρτήτου μας πορείας τὸν ὅρον “Ἐθνοκοινοτισμός”.
Τὸ κατωτέρω ἄρθρον, μεταφρασμένο ἀπὸ τὰ σουηδικά, δείχνει ὅτι τὴν ἀνάγκην μιᾶς τέτοιας ὀργανικῆς ὁλοκληρώσεως/ἀναβαθμίσεως τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ, χωρὶς κανένα ἴχνος ἢ διάθεσιν συμβιβασμοῦ ἢ ἐνδοτικότητος ἀλλά, τοὐναντίον, χάριν ἀκριβῶς καὶ τῆς ἀποτελεσματικῆς μας βελτιστοποιήσεως ἐν σχέσει πρὸς τὶς προκλήσεις τοῦ συγχρόνου πεδίου τῆς Μάχης μας, σ᾿ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, διαισθάνονται καὶ νοιώθουν μετὰ ἐσωτερικῆς βεβαιότητος καὶ ἄλλοι ἐκλεκτοὶ συναγωνισταί, ὅπως ἐν προκειμένῳ κατωτέρω ἐκφράζει ὁ ἀρχηγὸς τοῦ Σουηδικοῦ κλάδου τῆς σκανδιναυϊκῆς “Κινήσεως Ἀντιστάσεως” Klas Lund.

 

Ὁ Ἐθνικοσοσιαλισμὸς στὴν Ἐποχή μας.
τοῦ Klas Lund
Σ᾿αὐτὸ τὸ ἄρθρο ὁ ἀρχηγὸς τῆς “Κινήσεως Ἀντιστάσεως” ἐκφράζει τὴν θέσιν του ὅτι ὁ Ἐθνικοσοσιαλισμὸς πρέπει νὰ ἀνταποκριθῇ στὶς προκλήσεις τῆς τρεχούσης πραγματικότητος, χωρὶς ὅμως νὰ ἀπωλέσῃ τίποτε ἀπὸ τὴν οὐσίαν του.

Ο Αδόλφος Χίτλερ υπήρξε, κατά την αντίληψή μου, μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της προηγούμενης χιλιετηρίδος. Ακριβώς, όμως, λόγω του γεγονότος αυτού αλλά και λόγω της κολοσσιαίας συγκρούσεως που έλαβε χώρα ο κόσμος σήμερα δυσκολεύεται εξαιρετικώς να τον κρίνει αντικειμενικώς, κωλυόμενος από υπερβολικώς ισχυρά συναισθήματα, προπαγάνδα και εμπλεκόμενα πολιτικά συμφέροντα. Δεν είναι μόνον, όμως, ο πέριξ κόσμος που έχει κάποιο πρόβλημα με τον Χίτλερ και την κατανόηση της ιδέας που υπεστήριξε αλλ᾿ ακόμη κι εμείς.
Εμείς που τον αναγνωρίζουμε ως ένα των μεγίστων αναμορφωτών δεν θα πρέπει να υιοθετήσουμε κάποια λειτουργική ή θρησκευτική λατρεία του, καθώς ένα τέτοιο παράλογο βήμα ουδόλως θα συνέβαλλε στην πρόοδο του αγώνος. Ο Χίτλερ υπήρξε άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι με ισχυρές και αδύναμες πλευρές. Ένας άνθρωπος που, δρών εντός χαλεπών καιρών, έλαβε όχι μόνον ορθές αποφάσεις αλλ᾿ ενίοτε και κάποιες που δεν απεδείχθησαν βέλτιστες – ακριβώς δ᾿ εκ τούτου, μάλιστα, είναι ακόμη περισσότερον αξιοθαύμαστος παρὰ εάν ήτο κάποιος ημίθεος.
Οφείλουμε να αντικρύσουμε τις συνθήκες και τον κόσμο γύρω μας με ψυχραιμία· στοιχεία παραλογισμού μπορούν μόνον να μας επιβαρύνουν. Οφείλουμε ενίοτε να στρέφουμε το βλέμμα μας προς τον εαυτό μας με κριτική διάθεση καθώς και να συνειδητοποιήσουμε ότι ο αγών που διεξάγουμε δεν πρέπει να επιτραπεί να διολισθήσει προς κάποιου είδους σεκταρισμό ή «ορθοδοξία», δυνάμει του εκ των ημερών του Τρίτου Ράιχ εκπεμπομένου ισχυρού φωτός. Τέτοιες τάσεις δεν είναι δημιουργικές και πρέπει να καταπολεμηθούν εντός της οργανώσεώς μας.
Αντιθέτως, πρέπει μεν να θέσουμε ως σημαντικό στόχο την αποδαιμονοποίηση του Χίτλερ και την εις εκείνον απόδοση της αντικειμενικώς προσηκούσης θέσεως στην Ιστορία, που είναι άκρως αναγκαία προς αναγέννηση του αγώνος μας και κατανίκηση των εχθρών μας. Η ένταξή του εις την δικαίως επαξία ιστορικήν του θέση αποτελεί μέρος του πολιτικού μας αγώνος – αλλά τούτο δεν σημαίνει απαραιτήτως πως εμείς ως πολιτικό κίνημα θα τον εξυμνούμε και θα τον προβάλλουμε στην καθημερινή μας πολιτική αντιπαράθεση. Πρέπει να ασκηθούμε στην διάκριση αυτή.
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ακόμα και για τον Χίτλερ ήτο δυνατόν να κάνει λάθη και ότι εμείς, δρώντας σχεδόν 70 χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν θα υποχρεούμαστε να δικαιολογούμε κάθε ενέργεια δική του ή της κυβερνήσεώς του ούτε και να δεσμευόμαστε από το πολιτικό πρόγραμμα του NSDAP ή την πολιτική του Τρίτου Ράιχ. Διαπιστώνοντας τα λάθη που διέπραξε το Τρίτο Ράιχ μπορούμε, ακόμη, να αποφύγουμε την επανάληψή των.
Πρέπει να αναλογισθούμε, σχετικώς, ότι ο πολιτικός χάρτης έχει μεταβληθεί δραματικώς από των ημερών του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Η Ρωσία δεν είναι πια κομμουνιστική ούτε η Γερμανία εθνικοσοσιαλιστική κ.ο.κ. Παλαιές φιλίες και συμαχίες έπαυσαν να υφίστανται – και μπορούν σήμερα προγενέστεροι φίλοι να είναι εχθροί και τἀνάπαλιν. Δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε έναν ξεπερασμένο χάρτη και τα δεδομένα του προς χάραξιν πορείας, διότι θα πλανηθούμε. Η ιστορική γνώση πρέπει να αποτελεί θεμέλιον κατανοήσεως του παρόντος και του μέλλοντος και όχι καλλιεργείας τυφλών προσκολλήσεων.
Εμείς οι εθνικοσοσιαλισταί δεν θα πρέπει πλέον, επί παραδείγματι, να δίδουμε τόσην έμφαση στα τεχνητά σύνορα κρατών. Δεν είμαστε παλαιού τύπου στενόμυαλοι εθνικισταί, ούτε πολιτιστικῶς ούτε πολιτικώς, παρ᾿ ότι ο εθνικοσοσιαλισμός αποτελεί μετεξέλιξη εθνικιστικών ιδεολογικών ρευμάτων. Στην εποχή μας, πλέον, η πίστις μας δεν επικεντρώνεται εις ένα συγκεκριμένο κράτος. Αντιθέτως! Τα όρια κρατών ανέκαθεν μεταβάλλονταν και θα συνεχίσουν να μεταβάλλονται μελλοντικώς, τα δε γεωπολιτικά δεδομένα και οι εκ τούτων υπαγορευόμενες στρατηγικές υπόκεινται εις συνεχῆ μεταβολήν.
Η επιβίωση και η κατίσχυση του εθνικοσοσιαλισμού ως ανταγωνιστικής δυνάμεως στο παρόν και στο μέλλον θα εξαρτηθεί και από την ικανότητά του να προσαρμοσθεί στις παρούσες συνθήκες και να διαχειρισθεί τα μεγάλα ζητήματα του παρόντος και του μέλλοντος, χωρίς εν τούτοις να απωλέσει ή βλάψει την ουσίαν του. Τούτο απαιτεί μίαν λεπτή και δύσκολη, όμως ταυτοχρόνως άκρως επιτακτικήν, ισορροπία. Θα ήταν ίσως τρόπον τινά ευκολώτερο να εγκαταλείπαμε τον εθνικοσοσιαλισμό και να αποκαλούμασταν κάτι άλλο, όμως τούτο θα μας οδηγούσε στην πράξη σε κάποια φιλελευθεροποίηση. Ούτε βεβαίως και η ιδεολογική αποτελμάτωση και απολίθωση, που αναποφεύκτως θα οδηγούσε σε περιθωριοποίηση, θα μπορούσε ν᾿ αποτελέσει αποδεκτή εναλλακτική μας επιλογή.

Η επιλογή μας δεν διίσταται, λοιπόν, μεταξύ κάποιας «φιλελεύθερης» ή «συντηρητικής» εκδοχής του εθνικοσοσιαλισμού αλλά πρέπει να είναι στραμμένη προς μίαν οργανικήν ιδεολογική εξέλιξη και ολοκλήρωση. Αντί να κάνουμε ένα βήμα πίσω στην ιστορία και να υποτροπιάσουμε ενδοτικώς προς μίαν ασθενεστέρα πρόδρομο ιδέα όπως ο εθνικισμός, θα πρέπει να εργασθούμε για την ενδυνάμωση του εθνικοσοσιαλισμού ως διαυγούς, καθαράς και επικαίρως μαχίμου ιδεολογίας, ανταποκρινομένης στις τρέχουσες προκλήσεις και συνθήκες της εποχή μας, ακριβώς όπως ένας ζωντανός οργανισμός αναπτύσσεται εξελικτικώς ή όπως μία τεχνολογία εξελίσσεται, εκλεπτύνεται και βελτιώνεται, ώστε συνεχώς να αντιμετωπίζει τις νέες προκλήσεις.
Πρέπει να δυνηθούμε να πραγματώσουμε μίαν τροποποίηση που να μη σημαίνει αποστασιοποίηση, απάρνηση ή απώλεια του πυρήνος του χαρακτήρος μας ως εθνικοσοσιαλιστών. Στόχος μας δεν είναι η όποια καλλυντική επιχρύσωση του εθνικοσοσιαλισμού με κάτι άλλο ούτε η αντικατάστασή του υπό κάποιας “νερωμένης”, ασθενέστερης υποκατάστατης ιδεολογίας – απεναντίας: Στόχος μας είναι η μετεξέλιξη και επίτευξη του απολύτου εθνικοσοσιαλισμού που αντιστοιχεί στις προκλήσεις της εποχής μας. Αυτή είναι μία βασική αποστολή μας, μία από τις σημαντικότερες που πέφτουν σήμερα στους ώμους μας – και η επιτυχία της εκκρεμεί.
Εάν, όμως, υπάρχουν κάποιοι που δύνανται να την φέρουν εις πέρας χωρίς να κινδυνεύουν να εκτραπούν σε εκφυλισμό του εθνικοσοσιαλισμού και φιλελευθεροποίηση, αυτοί είμαστε εμείς.