Τὸ θλιβερὸ φαινόμενο τῆς ἀγυρτείας ποὺ χαρακτηρίζει τοὺς πλείστους τῶν ἐν Ἑλλάδι κύκλων αὐτοκλήτων «ἀρχαιολατρῶν-ἀρχαιοθρήσκων-ἑλληνοκεντρικῶν». [Μέρος 2ο]

1. Ως βασικό τυπικό χαρακτηριστικό του «αρχαιολατρικού-ελληνοκεντρικού χώρου» παρατηρείται, στον αντίποδα ενός ρητορικώς εκφραζομένου φανατικού αντιχριστιανισμού, η εκδήλωση τάσεων στείρας αντιγραφής και μιμήσεως των ιδίων των ιουδαιοχριστιανικών τελετουργιών και δομών (και της παρελκομένης φετιχιστικής θρησκοληψίας), τα οποία μετεμφυτεύονται σε κωμικά συνήθως σκηνοθετημένο «αρχαιοελληνικό» πλαίσιο, ήτοι μεταφέρονται με επένδυση «αρχαιοελληνικού» κιτς περιτυλίγματος, συνδυαζόμενα με ιεροεξεταστικού τύπου δογματισμούς και προσκόλληση σε τυπολατρικές αναπαραγωγές εξωτερικών μανιερισμών (χλαμύδες, σανδάλια, κ.λπ.). Όπως προσφυώς έχει περιγραφεί, δίνουν όλοι αυτοί την εικόνα δογματικών καλογέρων που απεκδύθηκαν τα ράσα και ενδύθηκαν τις χλαμύδες. Εικόνες που οδηγούν, πέραν όλων των άλλων, σε σύγχυση, ευτελισμό και γελοιοποίηση της αρχαίας ελληνικής αισθητικής.
2. Ένα δεύτερο τυπικό χαρακτηριστικό πολλών εκ των καθοδηγητών και ακολούθων του «αρχαιολατρικού-ελληνοκεντρικού χώρου» αποτελεί η άγνοια (ή αδυναμία κατανοήσεως) των σημαντικών κειμένων της ελληνικής φιλοσοφικής και ιστορικής γραμματείας. Εμφανίζονται δηλαδή να παπαγαλίζουν πλήθος αμφιβόλου προελεύσεως «ύμνων», ενώ έχουν πλήρη άγνοια για την σκέψη π.χ. των προσωκρατικών φιλοσόφων καθώς και για τα θεμελιώδη έργα της πλατωνικής και νεοπλατωνικής φιλοσοφίας. Οσάκις επικαλούνται γνώση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, μία μικρή συζήτηση μαζί τους αποκαλύπτει ότι έχουν είτε πλήρη άγνοια (αμάθεια), είτε στρεβλή κατανόηση λόγω ελλείψεως γενικού γνωστικού υποβάθρου και κριτικής ικανότητος, που επιβάλλει την γνωστή τους τυπική μονολιθικότητα, στερεοτυπία και αποσπασματικότητα στην κάθε τους προσέγγιση (ημιμάθεια, που οδηγεί σχεδόν πάντοτε σε οίηση, μισαλλοδοξία, αδολεσχία και έναν τυπικό θρησκευτικό, σημιτικού τύπου, φανατισμό).
3. Ένα τρίτο τυπικό χαρακτηριστικό του ιδίου χώρου αποτελεί η εκλεκτική αναγόρευση αισθητικών και φιλοσοφικοθρησκευτικών στοιχείων που είναι εμφανώς επείσακτα κι αλλότρια στον αρχαίο ελληνικό κόσμο (έχοντα προέλευση καταφανώς προ-ελληνική ή μεσανατολική) σε απαύγασμα της τάχα, κατ’ αυτούς, «ελληνικότητος». Χαρακτηριστική είναι η δυσανάλογη βαρύτητα που αποδίδουν σε διάφορες (υπο)χθόνιες, τελλούρειες μυστηριακές παραδόσεις – και μάλιστα σε παραδόσεις αμφιβόλου προελεύσεως, όπως π.χ. στην αμφιλεγόμενη «ορφική» παράδοση.
4. Ένα τέταρτο τυπικό χαρακτηριστικό του περί ου ο λόγος χώρου, αποτελεί η εκ μέρους των δοκησισόφων «ταγών» του χώρου, επιλεκτική παράβλεψη/διαστρέβλωση των στοιχείων εκείνων της αρχαιοελληνικής σκέψεως και βιώσεως, που έρχονται σε ευθεία (και αδιανόητη για ανθρωπάκια χωρίς χαρακτήρα, που απλά επιζητούν αναγνώριση και χρήμα) σύγκρουση με το σύγχρονο νόθο πολιτιστικό αντι-πρότυπο το οποίο επιβάλλεται από τους παγκοσμίους εξουσιαστάς του μεταπολεμικού κόσμου στο πλαίσιο της προωθουμένης «παγκοσμιοποίησης» – όπως, συγκεκριμένα:
(α) υποτίμηση ή παράβλεψη/αγνόηση του αντιδημοκρατικού και αριστοκρατικού χαρακτήρος της συνόλου αρχαιοελληνικής διανοήσεως.
(β) υποτίμηση ή παράβλεψη/αγνόηση του φυλετικού και ευγονικού χαρακτήρος της ελληνικής αρχαιότητος.
(γ) υποτίμηση ή παράβλεψη/αγνόηση του πατριαρχικού, ηρωικού και πολεμικού χαρακτήρος της ελληνικής αρχαιότητος.
Οσάκις η συζήτηση με άτομα του εν λόγω χώρου, περιστρέφεται σε θέματα πολιτεύματος, φέρονται οι πλείστοι εξ αυτών να εκφράζουν «αμεσοδημοκρατικές» (!) αντιλήψεις, αντιλήψεις του τύπου «οι απόψεις όλων είναι σεβαστές, τα δικαιώματα μου…», κ.λπ. Οσάκις πάλι η συζήτηση φθάνει σε θέματα φυλής και εθνοφυλετικής διακρίσεως, άλλοι εξ αυτών εκφράζουν αντιλήψεις περί μιας δήθεν «οικουμενικότητας» του «Ελληνισμού», που μπορεί μόνον να σχετίζεται με την εξελληνισμένη σημιτίζουσα ανατολή των μεταλεξανδρινών χρόνων, φροντίζοντας συχνά-πυκνά να διευκρινίζουν εμφαντικώς ότι «δεν είναι ρατσιστές» ενώ κάποιοι άλλοι αναφέρονται σε μια τάχα «ελληνική φυλή» φανερώνοντας την παντελή άγνοιά τους επί ζητημάτων φυσικής ανθρωπολογίας και την αδυναμία τους να διακρίνουν εννοιολογικώς βασικούς όρους όπως «έθνος» και «φυλή».
Όλα αυτά βεβαίως έχουν σαφέστατη σχέση και με την μαρξιστοαριστερίζουσα ή μασονίζουσα αστικοφιλελεύθερη πολιτική προέλευση και την, εξ εκείνης μεταφερμένη, ειθισμένη δογματική στερεοτυπικότητα πολλών από τους παράγοντες που εμφανίστηκαν ως «καθοδηγητές» και «διαμορφωτές» αυτού του «χώρου», των οποίων η δραστηριοποίηση κατά σύμπτωση εντοπίζεται χρονολογικώς στην εποχή αμέσως μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών δικτατοριών στην Ανατολική Ευρώπη, οπότε διάφορα «ορφανά» του Μάρξ αναζητούσαν κάποια ιδεολογική μεταστέγαση, με αποτέλεσμα κάποιοι να «ανακαλύψουν» αίφνης … την «πατρώα θρησκεία». Εκείνο ήταν το σημείο στο οποίο συναντήθηκαν οι πρώην αριστεριστές αμπελοφιλόσοφοι με τους μασονικούς κύκλους, εντός των οποίων συντελούνταν τότε κάποια ανάλογη «αρχαιοελληνική στροφή». Πραγματοποιήθηκε τότε μία μεταξύ τους όσμωση, στην οποία ανάγεται η προέλευση του νόθου αυτού «ελληνοκεντρικού» ρεύματος. Και μόνον η χρήση του όρου «πατρώα θρησκεία», η σκόπιμη δηλαδή αποφυγή (ιδίως τον πρώτο καιρό) των επιθέτων «εθνική» και «εθνικός», που αποτελεί την ιστορικώς ακριβή απόδοση της μη προσχωρήσεως στον χριστιανισμό, είναι ενδεικτική της αριστερογενούς προελεύσεως των διαμορφωτών του χώρου (αφού, ως γνωστόν, οι λέξεις «έθνος» και «εθνικισμός» προκαλούσαν πάντα ένα είδος αλλεργίας τους αριστερούς καθώς και στους λιμπεραλιστάς). Εδώ επαληθεύεται άπαξ έτι θαυμαστώς η ρήσις του Καζαντζάκη, ότι ο κομμουνισμός αποτελεί πνευματική ψώρα, ήτοι νόσον αθεράπευτον!
5. Ένα άλλο τυπικό χαρακτηριστικό του «ελληνοκεντρικού» αυτού χώρου αποτελεί η άρνησις αναγνωρίσεως της στενής σχέσεως (καταγωγικής, γλωσσικής, μυθολογικής, πολιτισμικής) του ελληνικού έθνους με τον κορμό των υπολοίπων ευρωπαϊκών εθνών και η δογματική εμμονή στην αντιεπιστημονική και παντελώς αστήρικτη φαντασίωση περί της δήθεν «αυτοχθονίας» και της δήθεν «αναδελφότητος» των Ελλήνων. Αποτελεί βασικό ειδοποιό χαρακτηριστικό των αγυρτών του «ελληνοκεντρικού χώρου» (υπάρχουν ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις) η στενοκέφαλη εμμονική άρνηση της επιστημονικής βεβαιότητος για την ινδοευρωπαϊκή αφετηρία και βάσιν της εθνογενέσεως των Ελλήνων. Προκειμένου να δικαιολογήσουν τις αναπόδεικτες φαντασιώσεις τους, παπαγαλίζουν αποσπασματικώς πηγές τις οποίες αδυνατούν να κατανοήσουν, αποκομμένες από το ιστορικό τους πλαίσιο, το οποίο προφανώς αγνοούν, γι’ αυτό και τις διαστρεβλώνουν. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η επίκληση π.χ. του «Πανηγυρικού» του Ισοκράτη, ο οποίος αναφέρεται τάχα σε αυτοχθονία των Ελλήνων. Διατυμπανίζουν οι πανάσχετοι την εκεί τάχα «τεκμηριουμένην» αυτοχθονία των Ελλήνων, μη έχοντας καν διαβάσει κάποιες ολοκληρωμένες παραγράφους του λόγου, πέραν των αποσφαγμένων και διαστρεβλωμένων φράσεων που επικαλούνται, και αγνοώντας ως εκ τούτου ότι ο Ισοκράτης στον «Πανηγυρικό» δεν απευθύνεται γενικώς στους Έλληνες, αλλά ειδικώς στους συμπατριώτες του Αθηναίους πολίτες, οι οποίοι στα κλασικά χρόνια όντως εθεωρούντο αυτόχθονες (όπως και οι υπόλοιποι Ιωνικής καταγωγής Έλληνες) σε σχέση με τους Δωριείς: πράγμα εύλογο και κατανοητό αφού άλλωστε η εγκατάσταση Ιώνων στον ελλαδικό χώρο προηγήθηκε τουλάχιστον 1000 ετών της εισόδου και εγκαταστάσεως των Δωριέων. Ήταν, λοιπόν, επόμενο οι Ίωνες Αθηναίοι να εκόμπαζαν ότι είναι αυτόχθονες σε σύγκριση με τους νεοφερμένους Δωριείς (π.χ. τους Σπαρτιάτες), αφού ο φυσικώς αναπτυσσόμενος δεσμός προς τον τόπο κάνει τους λαούς να νοιώθουν περήφανοι αν μπορούν να ισχυρισθούν την «αυτοχθονία» τους. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι οι Αθηναίοι, στους οποίους απευθυνόταν ο Ισοκράτης, φύτρωσαν στην Αττική γη. Και εκείνοι εισέβαλαν προγενέστερα ως κατακτητές (πρβλ. τον θρύλο του αυτόχθονος βασιλέως Κόδρου), βρίσκοντας εκεί τους (προέλληνες) Πελασγούς, επί των οποίων επεβλήθησαν και τους οποίους κατόπιν, βαθμιαίως, αφομοίωσαν. Αν λοιπόν θα μπορούσαν κάποιοι να θεωρηθούν «αυτόχθονες» αυτοί θα ήσαν οι (μη ελληνόφωνοι) Πελασγοί, για την μη ελληνικότητα των οποίων και για την σχέση τους με τους Αθηναίους αναφέρει σχετικές λεπτομέρειες με σαφήνεια ο Ηρόδοτος στο πρώτο βιβλίο του. Αυτόν όμως δείχνουν να αγνοούν πλήρως οι «ελληνοκεντρικοί» «πανεπιστήμονες»… Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για αντίστοιχο απόσπασμα εκ του «Επιταφίου» του Περικλέους, όπου εξαίρεται η σχετική «αυτοχθονία» ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ, ΚΑΘ’ ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΟΜΕΝΗΝ ΑΝΤΙΘΕΣΙΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΛΟΙΠΟΥΣ ΕΛΛΗΝΑΣ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΘΕΩΡΟΥΝΤΟ ΑΥΤΟΧΘΟΝΕΣ, έστω και κατ’ αυτήν την διευκρινιζομένην έννοιαν.
6. Ένα άλλο τυπικό χαρακτηριστικό των αντιλήψεων που εμφιλοχωρούν στους εν λόγω «αρχαιολατρικούς-ελληνοκεντρικούς» κύκλους, δηλωτικό της κατ’ ουσίαν μη ελληνικής κοσμοαντιλήψεως που αντιπροσωπεύουν (συνειδητώς ή μη), αποτελούν οι σαφείς τάσεις προσχωρήσεως σε συνομωσιολογικές, μεσσιανικές, εσχατολογικές και γραμμικές ιστορικές αντιλήψεις, που σαφέστατα αντανακλούν όχι ευρωπαϊκό αλλά κατ’ εξοχήν μεσανατολικό τρόπο σκέψεως, κληρονομημένο από τον μαρξισμό, τον ιουδαιοχριστιανισμό (κατά του οποίου υποτίθεται πως πνέουν μένεα…) και τον λιμπεραλισμό/καπιταλισμό ομοίως. Έκφραση αυτών των τάσεων αποτελεί η εδραιωμένη απλοϊκώς συνωμοσιολογική (εις αντικατάστασιν του «ιμπεριαλισμού» ως κορυφαίας επιθετικής εκδηλώσεως των ταξικών εχθρών του προλεταριάτου, στην επιπέδου αμοιβάδος «μαρξιστική ανάλυση» που τους γαλούχησε κάποτε…) πεποίθησή τους περί του καθολικού ελέγχου των πάντων από τους «εχθρούς του ελληνισμού», τους οποίους σύμφωνα με το τελεολογικό σχήμα «θα πατάξει», κάποτε, μια άγνωστη αλλά … διαπλανητικώς κραταιά «ελληνική μυστική δύναμη» (που θα επαναφέρει τον «απολεσθέντα» παράδεισο των σημιτικών μονολιθικών θρησκειών – «από τον Μωυσή ως τον Λένιν»…). Ακραίες απολήξεις αυτών των μεσσιανικών συνωμοσιολογικών τάσεων αποτελούν: (α) η οργιάζουσα παραφιλολογία περί της τάχα … εξωγήινης προελεύσεως των αρχαίων Ελλήνων και (β) η επίσης οργιάζουσα παραφιλολογία περί της μυστικής ομάδος «Ε», που … θα σώσει τάχα τον ελληνισμό (το 2012!) από την καταστροφή με τα μυστικά κι ακαταμάχητα διαστημικά υπερόπλα της…
7. Ένα επίσης ιδιαιτέρως σημαντικό τυπικό χαρακτηριστικό των ιδίων κύκλων αποτελεί η πλήρης αδυναμία εκ μέρους των κατανοήσεως της σχέσεως ανάμεσα στην συστηματική υπονόμευση του αρχαίου ελληνορωμαϊκού πνεύματος και της κλασικής παιδείας (ως θεμελίου της Ευρωπαϊκής ταυτότητος και του Ευρωπαϊκού πολιτισμού) αφ’ ενός και της ατυχούς καταλήξεως της περιπετείας της Ευρώπης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφ’ ετέρου. Ενώ κάποιοι εξ αυτών αναγνωρίζουν τον υπονομευτικό ρόλο του διεθνούς εβραϊσμού, αδυνατούν (λόγω προφανώς των αντιλήψεων-ταμπού που κληρονόμησαν από τους προτέρους χώρους πολιτικοϊδεολογικής τους προσκολλήσεως) να αναγνωρίσουν την κομβική σημασία του Β΄ΠΠ (ως κοσμοϊστορικής συγκρούσεως σε ιδεολογικό, πνευματικό, πολιτειακό και πολιτισμικό επίπεδο) και της εκβάσεώς του ως σημαδιακής αφετηρίας της πορείας επιβολής της παγκοσμιοποιήσεως: που είναι φανερό ότι απεργάζεται τον απεθνισμό της Ευρώπης δια της εκριζώσεως των εθνικών ταυτοτήτων και παραδόσεων, δια της φυλετικής επιμειξίας με όλως αλλότρια εξωευρωπαϊκά στοιχεία και δια της αποκοπής των Ευρωπαϊκών εθνών από τις ίδιες και τις ελληνορωμαϊκές τους πολιτισμικές ρίζες, δυνάμει ακριβώς της επικαλουμένης αντιθέσεως στον «τερατώδη ναζισμό», που συγκαλύπτει γι’ αυτούς βολικότατα κάθε φυσική υγιή τάση, ένστικτο, σκέψη, συνειδητοποίηση, αυτοάμυνα, εθνοφυλετική ταυτότητα – ειδικώς προκειμένου περί Λευκών…
8. Καθώς είναι φανερό ότι ο ελλαδικός χώρος από τα βάθη της προϊστορίας αποτελούσε την κονίστρα συγκρούσεως δύο αντιθετικών φυλετικών/πνευματικών κόσμων: του Αρίου-Ελληνικού (γονιμοποιού κατ΄ αρχάς του πρωτοελληνικού μυκηναϊκού πολιτισμού) αφ’ ενός και του μεσογειακού-προελληνικού (ή κατά περιόδους Οριενταλικού) αφ’ ετέρου, οι κύκλοι των «ελληνοκεντρικών», σχεδόν πάντοτε, διαισθητικώς ή ενστικτωδώς (διότι προφανώς αυτό ελκύει το ψυχισμό τους) επιλέγουν να θεωρούν ως έκφραση της κατ’ αυτούς ελληνικότητος τα στοιχεία του κόσμου των προελλήνων, ήτοι τα μη ελληνικά κατάλοιπα του προελληνικού υποστρώματος καθώς και τα μεσανατολικά στοιχεία δεισιδαιμονίας, θρησκοληψίας και χθονιότητος που κατά καιρούς παρεισέφρυον στον ελληνικό κόσμο. Η θεμελιώδης αντίθεση αυτών των δυο κόσμων, που ήδη καθίσταται τόσον εμφανής εκ της συγκρίσεως των εν πολλοίς συγχρόνων μυκηναϊκού και μινωϊκού πολιτισμού (της εποχής του χαλκού), για τους αδαείς «ελληνοκεντρικούς», είναι …αόρατη! Δεν τους λέει τίποτε ο πολεμικός χαρακτήρ των (πρώτων ελληνοφώνων) Μυκηναίων που παντού στην τέχνη τους απεικόνιζαν μάχες, μονομαχίες και κυνήγια εναντίον λεόντων, απέναντι στον φιλειρηνικό χαρακτήρα των (μη ελληνοφώνων) Μινωϊτών, που στην τέχνη τους απεικόνιζαν λουλούδια, δελφίνια και βοοειδή, τα λιτά, ορθογώνια, συμμετρικά και οξυκόρυφα (ανωτροπικά!) ορθογώνια μέγαρα (πρόδρομοι των κλασικών ναών) των Μυκηναίων, απέναντι στα λαβυρινθώδη, ασύμμετρα και πολυδαίδαλα κτήρια των Μινωιτών, με τα πατάρια, τις στοές και τους δαιδαλώδεις διαδρόμους, η αυστηρή πατριαρχική οικογενειακή δομή της μυκηναϊκής κοινωνίας, απέναντι στην απόλυτη μινωική μητριαρχία, η ηλιακή θρησκευτικότης των Μυκηναίων με τον ουράνιο Θεό-Πατέρα, απέναντι στην χθονία μοχθηρή κι αιμοβόρα θρησκευτικότητα των Μινωϊτών, με τις οργιαστικές λατρείες της οφεοκρατούσας «Πότνιας Θηρών», οι οχυρωμένες ακροπόλεις με τα κυκλώπεια τείχη των πολεμοχαρών Μυκηναίων, απέναντι στα ατείχιστα ανάκτορα των «γλεντζέδων» Μινωιτών με την ναυτική τους εμποροκρατία (που κατεσκεύαζαν πολεμικά πλοία για την Αίγυπτο αλλά οι ίδιοι ΔΕΝ ΕΙΧΑΝ πολεμικό στόλο!!!), ο ηρωϊκός χαρακτήρ των Μυκηναίων με τα αρχέτυπα μορφών όπως ο Θησεύς, ο Περσεύς, ο Ιάσων, οι βασιλείς της Τρωικής εκστρατείας, κ.λπ., απέναντι στο αρχέτυπο του ανθρωποβόρου κτηνανθρώπου Μινώταυρου, όπως τον είδαν, ως προσωποποίηση της μινωικής φυλετικής ψυχής οι πρώτοι Έλληνες – και πάει λέγοντας… Παραπέμπουμε στην εκπληκτικά ζωντανή κι αποδοτική των συγκρουομένων ψυχισμών περιγραφή της εν Κρήτη συγκρούσεως των πρώτων Ελλήνων (Αχαιών) με τους Μινωίτες (Ετεόκρητες, ήτοι πραγματικούς, υπό την έννοιαν της αληθούς αυτοχθονίας, τους ονόμαζαν οι Αρχαίοι, κατ’ αντίθεσιν, άρα, προς τους επήλυδας Έλληνες – Αχαιούς, Ίωνες και Δωριείς) από τον Καραγάτση («Ιστορία των Ελλήνων»). Επίσης στο βαθύτατα ψυχολογημένο, διαφωτιστικότατο και φιλοσοφημένο μνημειώδες έργο του Α. Ρόζενμπεργκ «Ο Μύθος του 20ού αιώνος» (μετάφραση Στεφάνου Γκέκα, εκδόσεις «Απολλώνειο Φως»). Εν παρόδω αναφέρουμε και την άλλη συχνή τους παραφθορά όταν, οι δύσμοιροι πτωχοί τω πνεύματι, εξανίστανται κατά της … «εκ των Ινδιών καταγωγής μας», όπως, νομίζουν οι ιλαρότατοι, … πως «ισχυρίζονται οι ανθέλληνες συνωμότες ινδοευρωπαϊσταί»! Και ούτω καθ’ εξής – χαίρε βλακείας βάθος δυσερεύνητον… Βεβαίως τούτο δεν τους εμποδίζει, ή τουλάχιστον τους πλείστους τούτων, να ανευρίσκουν ξεχασμένα τους αδέλφια στους μελαμψούς Δραβίδες των Ινδιών, ήτοι τους εκεί αυτόχθονες, προ της εκεί από Βορρά καθόδου των θρυλικών Ινδοαρίων. Είναι μιά από τις κατάρες της Σκοτεινής μας Εποχής, ότι ανάξια, διεφθαρμένα και φαιδρά ανθρωπάρια αναλαμβάνουν ιδιοτελώς να καλύψουν και εκείνην ακόμη την υπό πολλών πλέον διαισθανομένην ανάγκην αντιδράσεως στην από αιώνων πολλών μεν ήδη εκτυλισσομένην αλλ. ήδη σπασμωδικώς κορυφουμένην παρακμιακήν κρίσιν, ως ηθοποιοί ενός ανόστου θεάτρου παραποιήσεως και γελοιοποιήσεως των ιδεωδών που κατ’ όνομα επικαλούνται… Ψευδείς όμως προασπισταί του Έθνους όντες, ψευδείς κι ως υπάρξεις οι ίδιοι τους, δεν δύνανται ούτε προχείρως να εκπροσωπούν, κατά την ρήσιν του σοφού μας εθνικού ποιητού, τίποτε απολύτως από αυτό – παρά μόνον τούτο: την εσχάτην πλάνην («χείρονα της πρώτης»!) κατά την υπό της ερριζωμένης Αναστροφής και ερεβώδους Αρνητικότητος ανάσχεσιν μιας αληθούς Εθνικής Αναγεννήσεως!
Μη συμβιβάζεσθε, λοιπόν – και μη ενέχεσθε την παραποίηση και το Ψεύδος – σε κάθε επίπεδο, καθώς αυτά αλληλοστηρίζονται κι ανατροφοδοτούνται∙ ανήκουν αποκλειστικώς, λοιπόν, στην αντίπερα, την εχθρική μας όχθη και στρατόπεδο! Όπως άλλως τε και η Σύγχυσις – θεμέλιον κύριον του όλου σκοτεινού Συστήματος Ψεύδους…