Το άγος της «ελληνικής δικαιοσύνης» και η «συλλογική ευθύνη» του νομικού κόσμου.

Τείνει να εξελιχθεί σε ρουτίνα που σχεδόν παύει πλέον να προκαλεί έκπληξη ακόμα και σε όσους, εις πείσμα της γενικευμένα αποβλακωτικής και αποπροσανατολιστικής λειτουργίας του ποδοσφαιρικού θεάματος που, μεσούντος του θέρους, βρίσκεται στο ζενίθ του, επιμένουν να παρακολουθούν τα πολιτικά τεκταινόμενα. Αναφερόμαστε στο κολοσσιαίων διαστάσεων σκάνδαλο, δίπλα στο οποίο τα απειράριθμα οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα διαφθοράς του φαύλου μεταπολιτευτικού καθεστώτος ωχριούν! Πρόκειται για το σκάνδαλο του απολύτου εξευτελισμού του σημαντικότερου πολιτειακού θεσμού, του θεσμού της δικαιοσύνης. Της δικαιοσύνης που άλλοτε εθεωρείτο αδέκαστη και ακεραία – ύστατο καταφύγιο του κάθε αδικουμένου πολίτου απέναντι στην αυθαιρεσία των πολιτικά ή οικονομικά ισχυρών. Αποτελεί βέβαια γεγονός ότι εδώ και χρόνια η ελληνική δικαιοσύνη εμφάνιζε ρωγμές, ότι πολλαπλασιάζονταν τα σημάδια σήψεως (χρηματισμοί, σκοπιμότητες, κυκλώματα, κλπ), σημάδια σήψεως ανάλογα με αυτά που μαστίζουν την σύγχρονη ελληνική κοινωνία εν συνόλω. Υπήρχε ωστόσο η υποψία, ή μάλλον, η (ψευδ-)αίσθηση ότι, καίτοι η κορυφή της δικαστικής ιεραρχίας διορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση (άρα είναι εξ ορισμού ευάλωτη στις όποιες πιέσεις της εκτελεστικής εξουσίας), η συντριπτική πλειονότης των δικαστών ίστατο εν τούτοις στο ύψος του καθήκοντός της, διατηρώντας ένα στοιχειώδες επίπεδο αμεροληψίας, ευσυνειδησίας και ακεραιότητος, όπως επέβαλλε αυτός ο κρίσιμος θεσμικά ρόλος. Τα όσα όμως συνέβησαν τους τελευταίους μήνες – και εξακολουθούν να συμβαίνουν, παρά τις συντριπτικές (ακούσιες) αποκαλύψεις που μεσολάβησαν, δια στόματος του (έως πρό τινος γραμματέως του υπουργικού συμβουλίου και επί δεκαετίες στενού συνεργάτου του θλιβερού πρωθυπουργού) Μπαλτάκου – απέδειξαν, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ο θεσμός της δικαιοσύνης είναι όχι απλώς ένας ακόμη θεσμός που διέρχεται κρίση, αλλά ο πλέον διεφθαρμένος και αυτοεξευτελιζόμενος θεσμός – δεκανίκι μιας προδοτικής, ξενόδουλης και τυραννικής εξουσίας. Δεν είναι μόνο ότι βρέθηκαν ένας εισαγγελέας και δυο ανακρίτριες που «φυτεύτηκαν» από την κυβέρνηση σε ένα συγκεκριμένο πόστο ώστε να εκπληρώσουν ένα συγκεκριμένο ρόλο, να εκτελέσουν δηλαδή, σε προφανή διατεταγμένη υπηρεσία, ένα εκ προμελέτης δικαστικό έγκλημα για λογαριασμό των (κάθε άλλο παρά αφανών πλέον) κυβερνητικών, εξωελλαδικών και μηντιακών εντολοδοτών τους, είναι η ένοχη σιωπή και η εγκληματική αδράνεια των υπολοίπων δικαστικών, που παρακολουθούν χωρίς να αντιδρούν τα όσα εκτυλίσσονται. Η σιωπή και η αδράνεια μπροστά σ’ αυτό το δικαστικό όνειδος συνιστά συνενοχή που δεν παραγράφεται και που συμπαρασύρει στην απόλυτη ανυποληψία το σύνολο του δικαστικού κόσμου, ο οποίος χάνει πια και τα τελευταία ίχνη εμπιστοσύνης της κοινωνίας. Την στιγμή κατά την οποία πολιτικοί, αποδεδειγμένα κλέφτες και καταχραστές δημοσίου χρήματος, μεγαλοαπατώνες επιχειρηματίες και λοιποί καρχαρίες που διασπάθισαν δημόσιο χρήμα αθωώνονται ή αποφυλακίζονται ή βλέπουν τα αδικήματά τους να παραγράφονται, μία ξεσαλωμένη μερίδα δικαστικών φαίνεται να πασχίζουν με κάθε μέσο και αδιαφορώντας για τον ανεπανόρθωτο διασυρμό που επιφέρουν στον θεσμό που εκπροσωπούν να εξουδετερώσουν δικαστικά το τρίτο σε εκλογική δύναμη πολιτικό κόμμα, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι δεν θα είναι σε θέση να διαδραματίζει ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας κάποιο κόμμα ή οργάνωση με εθνικιστικό αυτοπροσδιορισμό, με δομές μη εύκολα ελεγχόμενες από το Σύστημα και, το κυριότερο, κάποιος πολιτικός φορέας με ιδεολογικό υπόβαθρο που, έστω εμμέσως, έστω γενεαλογικώς, έστω σε επίπεδο «προϊστορίας», συνδέεται κάπως με την πολιτική κληρονομιά των «καταραμένων» του 20οῦ αιώνος, των κατασυκοφαντημένων ηττημένων του μεγάλου ιδεολογικού πολέμου. Διότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι παρά το πολιτικό «λίφτινγκ» και παρά τις προσπάθειες αποκηρύξεως του παρελθόντος εκ μέρους της Χ.Α., ο πραγματικός λόγος των διώξεων εναντίον της είναι το ταλμουδικό μένος των σιωνιστών-πατρώνων της εβραιόδουλης κυβερνητικής μαφίας, που δεν μπορούν να ανεχθούν ότι ένα έστω κάπως κι εν μέρει πρώην εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα έχει εδραιωθεί στο πολιτικό τοπίο της Ελλάδος, αποκτώντας επικίνδυνη κοινωνική δυναμική, σε συνδυασμό με την κατάρρευση των κομμάτων της διαφθοράς και του ξεπουλήματος της χώρας.
Παρακολουθούμε λοιπόν, τον ένα μετά τον άλλο, εκλεγμένους βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου να προφυλακίζονται με βάση (κακο-)στημένα κατηγορητήρια περιέχοντα προκατασκευασμένες κατηγορίες που δεν τηρούν ούτε τα προσχήματα μιας στοιχειώδους δικονομικής δεοντολογίας, κατηγορίες που κυμαίνονται από εντελώς ανύπαρκτες έως αστείες, κατηγορίες που κραυγάζουν για την πολιτική σκοπιμότητα των διώξεων, όπως σχεδόν ομολογείται με ανατριχιαστικό κυνισμό στο σκεπτικό των ιεροεξεταστικών αποφάσεων.
Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η κυρία κατηγορία είναι η της «συστάσεως και εντάξεως/συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση»! Μια εξ ορισμού έωλη κατηγορία, δεδομένης της προσφάτου καθόδου της φερομένης ως «εγκληματικής οργανώσεως», ήτοι του συγκεκριμένου πολιτικού κόμματος, τόσο σε βουλευτικές εκλογές όσο και σε ευρωεκλογές με την έγκριση μάλιστα του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας, του Αρείου Πάγου! Οπότε, ήδη στο σημείο αυτό, αποκαλύπτεται ο απόλυτος παραλογισμός και η αυθαιρεσία της ανομίας: ή ο Άρειος Πάγος παρανομεί αναγνωρίζοντας την Χ.Α. ως νόμιμο κόμμα ή οι ανακρίτριες και ο εισαγγελεύς που θεωρεί ότι ο ίδιος φορέας δεν είναι κόμμα αλλά εγκληματική οργάνωση, δημιουργώντας μάλιστα το πλαίσιο ώστε, κατά προέκταση, να θεωρούνται μέλη «εγκληματικής οργανώσεως» και όλα τα μέλη, ακόμα ίσως και οι υποστηρικτές ή και οι ψηφοφόροι της Χ.Α., ήτοι το 10% των Ελλήνων! Οι κατηγορίες δεν αφήνουν πολλές αμφιβολίες για την μανιώδη παράκρουση των ιεροεξεταστών-δημίων και για τα εμπαθή κίνητρά τους, όταν μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται διατυπώσεις του τύπου: «είναι στέλεχος του κόμματος και βγάζει εμπρηστικές ομιλίες», «κατέχει βιβλία ιστορικού περιεχομένου που αναφέρονται στον εθνικοσοσιαλισμό», «βρέθηκαν στο σπίτι του ναζιστικά σύμβολα», «ήταν παρών στην τάδε πολιτική εκδήλωση», «έχει στο σπίτι του κυνηγετική καραμπίνα», κ.λπ. Ακόμα και οι αποφάσεις μαρτυρούν τον εξόχως και αποκλειστικά πολιτικό χαρακτήρα των διώξεων, όταν φθάνουν στην πρωτοφανή απόφαση απαγορεύσεως συμμετοχής σε πολιτικές εκδηλώσεις, της απαγορεύσεως πολιτικών ομιλιών, κλπ!!!
Παράλληλα με αυτά τα τερατώδη δικαστικά εγκλήματα, όσοι καταφέρνουν να παρακολουθούν τα όσα συμβαίνουν μπορούν εύκολα να αντιληφθούν τις διαστάσεις και τα γρανάζια του Συστήματος, όταν σε αγαστή συνεργασία με το παραδικαστικό κύκλωμα ένας εσμός κιτρίνων «δημοσιογράφων» – πρώην στελεχών κομμουνιστικών οργανώσεων και νυν φερεφώνων των μεγαλοκαναλαρχών-μεγαλοκαπιταλιστών, του πραγματικού δηλαδή πυρήνος της ελλαδικής ολιγαρχίας εξουσιαστών – παραλαμβάνει όλα τα (υποτιθέμενα απόρρητα) στοιχεία των δικογραφιών (και δη τα παρανόμως κτηθέντα ηλεκτρονικά αρχεία από Η/Υ ή οικογενειακά αρχεία, με προσωπικές φωτογραφίες, άσχετες με ποινικά αδικήματα, κ.λπ. των διωκομένων), τα οποία διοχετεύονται σε καθημερινή βάση, καταλλήλως επιλεγμένα, σκηνοθετημένα, μονταρισμένα και με ηχητική υπόκρουση-θρίλερ για την κατασκευή «αντιφασιστικής» προπαγάνδας σύμφωνα με τα μεταπολεμικώς παγιωμένα από την παγκόσμια βιομηχανία θεάματος και του ψυχολογικού πολέμου μαύρης προπαγάνδας «αντιφασιστικά» στερεότυπα, με τα οποία έχουν διαμορφωθεί οι εξηλιθιωμένες δημοκρατικές προβατόνοες μάζες.
Καμμία νύξη ασφαλώς από τους τσαρλατάνους των μ.μ.ε. για την κατάφορη καταπάτηση των στοιχειωδών δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, οι οποίοι παραμένουν φιμωμένοι και καθημερινώς, ακαταπαύστως λασπολογούμενοι και λοιδορούμενοι με κάθε λογής τερατολογίες και ψεύδη, χωρίς να τους δίδεται το δικαίωμα αντικρούσεως των κατηγοριών, στα δημόσια βήματα όπου τους διασύρουν οι τηλε-κανίβαλοι, επηρεάζοντας εξώφθαλμα την κοινή γνώμη προ της διεξαγωγής των δικών, ακυρώνοντας έτσι το περίφημο «τεκμήριο αθωότητος» των κατηγορουμένων – θεμέλιο, υποτίθεται, και αυτό του «νομικού πολιτισμού» παγκοσμίως.
Καμία νύξη από τους τσαρλατάνους των μ.μ.ε. για την θεαματική καταστρατήγηση της αρχής της διακρίσεως των εξουσιών (εκτελεστικής, νομοθετικής, δικαστικής), που αποτελεί το (υποτιθέμενο) βάθρο, την πεμπτουσία και το προβαλλόμενο από τους θεωρητικούς της ως τάχα στοιχείο ηθικής «υπεροχής», της (ψευτο-)δημοκρατίας, η οποία ξεβρακώνεται και αυτοαναιρείται με τον πιο θεαματικό τρόπο, αποδεικνύοντας περίτρανα ότι πρόκειται πράγματι για το πιο φαύλο, ψευδεπίγραφο, διάτρητο και καταστροφικό πολίτευμα, που δίνει ελευθερίες μόνο σε εκείνους που δεν τις χρειάζονται και τις στερεί από τους πραγματικούς πολιτικούς της αντιπάλους – οσάκις αντιλαμβάνεται ότι απειλείται πολιτικά.
Το παραδικαστικό-κυβερνητικό-μηντιακό Σύστημα, δρώντας κατ’ εντολήν των Ιουδαίων πατρώνων του, οδηγεί την κατάσταση στα άκρα. Και όσο η σκευωρία και το κακοστημένο σενάριο δεν φέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και τείνει η υπόθεση να εξελιχθεί σε φιάσκο και να επιστρέψει ως μπούμεραγκ στους εμπνευστές της, όπως επέδειξαν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, αφού η κοινή γνώμη ή, τουλάχιστον, μια κρίσιμη εκλογική μάζα, παρά την επικοινωνιακή καταιγίδα και την επιχείρηση κατατρομοκρατήσεως δεν φαίνεται να κάμπτεται, τόσο το Σύστημα σκυλιάζει, ξεσαλώνει και εντείνει την πολεμική του, εγκαταλείποντας τα όποια προσχήματα υποκριτικής νομιμοφάνειας και φανερώνοντας το φρικτό και αποκρουστικό πρόσωπο της ανθελληνική τυραννίας που αποτελεί την αληθή του φύση, πίσω από το πλαστό προσωπείο δήθεν «αρχών» της δήθεν «δημοκρατίας». Και όσο πιο κραυγαλέα η συμπαιγνία μ.μ.ε.-κυβερνήσεως-παραδικαστικής μαφίας, τόσο πιο πολλοί Έλληνες, έστω φοβισμένοι, έστω σιωπηλά, αφυπνίζονται και αντιλαμβάνονται την απάτη της φαυλεπιφαύλου ψευτοδημοκρατίας που καταδυναστεύει την Ελλάδα.
Οι δόλιοι διαμορφωταί της κοινής γνώμης συνεχίζουν όσο μπορούν στο ίδιο μοτίβο, επιλέγοντας άλλοτε την λασπολογία, άλλοτε την αποσιώπηση, άλλοτε τον θεαματικό αποπροσανατολισμό, όπως όταν ήσσονος σημασίας θέματα ανάγονται τεχνηέντως σε μείζονα, καταλαμβάνοντας την κυρία θέση στα δελτία ειδήσεων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα: πολιτικά και δικαστικά σκάνδαλα πρώτου μεγέθους αποσιωπώνται ή εντέχνως υποβαθμίζονται, το ίδιο και κρισιμότατα διεθνή θέματα (π.χ. η έκρηξη του ισλαμικού φονταμενταλισμού στη Μ. Ανατολή που αποτελεί θανάσιμη απειλή για την Ευρώπη), όπως και τα προδομένα εθνικά θέματα (π.χ. η προοδευτική απώλεια της ελληνικής κυριαρχίας και η εντεινόμενη διείσδυση του τουρκικού παράγοντος στην Δ. Θράκη, με άμεσο κίνδυνο κοσοβοποιήσεως) και την θέση τους καταλαμβάνει μια ακατάσχετη φλυαρία για εντελώς επουσιώδη θέματα (όπως π.χ. η εξακρίβωση του λόγου για τον οποίο ο Φ. Σάντος δεν επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με τους ποδοσφαιριστές της εθνικής ομάδος από την Βραζιλία….).
Κλείνοντας την αναφορά μας αυτή, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, ασχέτως του τι πραγματικά αντιπροσωπεύει η «Χ.Α.», ασχέτως της κριτικής που έχουμε ασκήσει για το ποιόν της ηγεσίας της και για το γεγονός ότι αντιπροσωπεύει μια εκφυλισμένη εκδοχή των συμβόλων, της ιστορίας και των ιδεωδών που επικαλείται ως λάβαρα, άπαντες πρέπει να έχουν κατά νουν ότι υφίσταται αυτές τις σταλινικού τύπου διώξεις λόγω του ότι το Σύστημα αντιλαμβάνεται ως απειλητική την με εθνικιστικό πρόσημο αναπτυσσομένη κοινωνική δυναμική, την με «επικίνδυνες» ιστορικές αναφορές συνδεδεμένη, όπως δεν παραλείπουν τακτικώς να επισημαίνουν.
Βεβαίως ο δρόμος μέχρι της αυθεντικής εκπτύξεως και αποκαθάρσεως της δυναμικής αυτής και της αναπτύξεως/ολοκληρώσεώς της εις ένα φορέα Εθνικής Αναδημιουργίας και Επαναστάσεως είναι μακρύς – και ένα είναι βέβαιον: ότι ναί μεν, η εμπλοκή της «Χ.Α.» εστάθη αφορμή επιβεβαιώσεως της λανθανούσης αυτής πληθυσμιακής δυναμικής, αλλά η ιδία φύσις, η ηγεσία και οι εγγενείς εκτροπικοί κι εντροπιακοί περιορισμοί και ποιότητές της εξασφαλίζουν αδιαμφισβητήτως ότι αυτό αποκλείεται να ολοκληρωθεί από αυτήν. Είναι βέβαιον ότι το φιάσκο ως αυτοπροσδιορισμός της παραμένει το μόνον ανεξίτηλο χαρακτηριστικό της, σε μια περίοδο που κατά τα άλλα προσπαθεί με τραγελαφικό τρόπο να αποποιηθεί το ίδιο της το παρελθόν και να μιμηθεί την γλώσσα και φρασεολογία αυτών που κάποτε εφέρετο πολεμία.
Ὅμως το φιάσκο αυτό της «Χ.Α.», που εμείς ως Εθνοκοινοτισταί διαπιστώνουμε και θλιβερώς πιστοποιούμε, καθώς άλλως τε, ως εκ των ένδον γνώσται, και αναμέναμε, ωχριά προ του εν εξελίξει δημοκρατικού φιάσκου ὀλων των δημοκρατικών αρχών, θεσμών και δομών, που καταρρακώνει εντελώς και τελειωτικώς ὀλα τα δημοκρατικά προσχήματα και «ιερές» επικλήσεις!!! Πράγμα που, ως σειρά αλογίστων σπασμωδικών αντιδράσεων, αποτελεί ασφαλές σημείον πανικού του Συστήματος – κι εδώ θα είμαστε για να ξαναεπιβεβαιωθούμε ακόμη μιά φορά στις προβλέψεις μας: αυτές οι σπασμωδικές τους αντιδράσεις θα τους στοιχίσουν πολύ ακριβά, μακροπροθέσμως…