ΣΕΛΙΔΕΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ: Η κατάπτωση της οικονομίας επί διακυβερνήσεως Βενιζέλου το 1932.

Η πτώχευση της Ελλάδος το 1932 συνέβη επίσημα το Μάϊο του 1932. Η Ελληνική κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου κήρυξε παύση πληρωμών, συνέπεια αναπόφευκτη λόγω της διόγκωσης του εξωτερικού χρέους της χώρας συνεπεία της οικονομικής κρίσης και της μείωσης των εξαγωγών. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος τηρώντας πιστά τη σύνδεση της δραχμής με τον κανόνα χρυσού απέτυχε τελικά να σώσει την ελληνική οικονομία, οι παρακλήσεις του το 1932 δεν εισακούσθηκαν από τη διεθνή κοινότητα η οποία δεν στήριξε δανειακά την Ελλάδα με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη τελικά του κανόνα του χρυσού, την ραγδαία υποτίμηση της δραχμής και την χρεωκοπία.

Ας θέσουμε μία σειρά στα γεγονότα: Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επέστρεψε το 1927 στην Ελλάδα. Πράγματι ο Ελληνικός λαός τον υποδέχθηκε ως Μεσσία. Ο Κρητικός πολιτικός στις 23 Μαΐου του 1928 επανήλθε στην ενεργό πολιτική σκηνή ως αρχηγός του κόμματος των Φιλελευθέρων. Στις εκλογές της 19ης Αυγούστου του 1928 το κόμμα του θριάμβευσε πραγματικά μιας και συγκέντρωσε 178 βουλευτές στη νέα βουλή αποσπώντας τη συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών.

Κατά το διάστημα 1926-1928 η δραχμή είχε σημειώσει βήματα προόδου. Μετά από δεκαπέντε χρόνια συνεχούς υποτίμησης επιτέλους το 1928 εντάχθηκε στον περίφημο κανόνα χρυσού. Ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός και πάλι παρουσίασε ένα πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων το οποίο φιλοδοξούσε να οδηγήσει την Ελλάδα σε αναπτυξιακή τροχιά αλλά και να αποκαταστήσει πλήρως τους μικρασιάτες και άλλους πρόσφυγες. Ο κίνδυνος προερχόταν από το ότι η πηγή χρηματοδότησης δεν στηριζόταν στην Ελληνική ανάπτυξη αλλά σε δάνεια προερχόμενα κυρίως από την Αγγλία. Οι Άγγλοι κεφαλαιούχοι ήθελαν να κάνουν ακόμη πιο αισθητή την παρουσία τους στην Ελλάδα μέσα από συγκεκριμένες επενδύσεις. Προς επίρρωση μάλιστα όλων αυτών σε αυτό το χρονικό διάστημα ιδρύθηκε η τράπεζα της Ελλάδος με πρώτο πρόεδρο τον μετέπειτα πρωθυπουργό Αλέξανδρο Διομήδη. Ο σκοπός της Τραπέζης ήταν να ασχολείται και να επιβλέπει την όλη νομισματική πολιτική και τις συναλλαγματικές ισορροπίες.
Είναι αλήθεια ότι έως το 1931 η Ελλάδα είχε παρουσιάσει τρείς πλεονασματικούς προϋπολογισμούς οι οποίοι όμως στηρίζονταν σε υπέρμετρο δανεισμό της κυβέρνησης του Βενιζέλου κυρίως με Άγγλους στο Σίτυ του Λονδίνου. Συγκεκριμένα το εξωτερικό χρέος της χώρας την τετραετία 1928-1932 αυξήθηκε ιλιγγιωδώς από 27,8 δισεκατομμύρια δραχμές σε 32,7 δισεκατομμύρια δραχμές.

Η μεγάλη διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση ξεκίνησε από τη Γερμανία η οποία αντιμετώπιζε όλο και περισσότερες δυσκολίες στο να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των αποζημιώσεων που όφειλε από τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, εντάθηκε όμως μέσα από την τεράστια χρηματοπιστωτική κρίση όπως αυτή εκδηλώθηκε μέσα από την Γουόλ Στρίτ. Η οικονομία της Ελλάδας αμέσως γνώρισε απίστευτες πιέσεις κατ΄ αρχήν για τον απλούστατο λόγο ότι μειώθηκαν οι εξαγωγές της (καπνά και άλλα βέβαια προϊόντα ανά περιοχή). Επίσης μειώθηκαν και τα εμβάσματα των Ελλήνων της Αμερικής, αν μάλιστα σκεφθούμε ότι αυτά τα εμβάσματα αποτελούσαν πραγματική πηγή πλούτου για τη χώρα μας καταλαβαίνουμε το ύψος του προβλήματος που προέκυψε. Άρα λοιπόν οι δύο αυτές δυσμενείς εξελίξεις επιδείνωσαν το εξωτερικό ισοζύγιο συναλλαγών και η δραχμή άρχισε να πιέζεται αφόρητα από τα ξένα νομίσματα. Ο Βενιζέλος δεν επέλεξε το δρόμο της υποτίμησης αλλά προτίμησε μία ισχυρή(σε πολλά εισαγωγικά) δραχμή, διότι πίστευε ότι μόνο μία δυνατή έναντι της στερλίνας και των άλλων νομισμάτων δραχμή θα μπορούσε να διαχειρισθεί το ήδη διογκωμένο δημόσιο χρέος. Ο Βενιζέλος θεώρησε ότι εάν υποτιμούταν η δραχμή σε αυτή την περίπτωση το εξωτερικό χρέος θα διπλασιαζόταν. Πάντως αξίζει να αναφέρουμε ότι οι πιο «διάσημοι» επικριτές αυτής της Βενιζελικής πολιτικής ήταν ο Δημήτριος Μάξιμος, ο Κυριάκος Βαρβαρέσος – ειδικός σύμβουλος της τράπεζας της Ελλάδος και ένας από τους πραγματικά κορυφαίους οικονομολόγους του μεσοπολέμου.
Ας δούμε τις ενστάσεις των δύο αυτών κορυφαίων οικονομολόγων. Κυρίως ο Δημήτριος Μάξιμος πίστευε με θρησκευτική ευλάβεια στα χρυσά καλύμματα της Εθνικής Τραπέζης, δηλαδή στην ανά πάσα στιγμή δυνατότητα της Τράπεζας να έχει κάλυψη σε χρυσό. Ο Μάξιμος ήταν παραδεκτός από πλείστους όσους οικονομολόγους μιας και είχε λαμπρές οικονομικές γνώσεις. Λόγω αυτών πίστευε ότι η Εθνική Τράπεζα θα πρέπει να ενωθεί με την Τράπεζα της Ελλάδας και θα πρέπει όπως είπαμε ανά πάσα στιγμή να υπάρχει απόθεμα σε χρυσό. Εάν σκεφθούμε την προσπάθεια του Βενιζέλου σε αυτή την χρονική περίοδο να επιβάλει και να στηρίξει στρατιωτική δικτατορία θα μπορέσουμε να υποστηρίξουμε ότι αυτό που πραγματικά ήθελε ο Κρητικός πολιτικός ήταν η επιβολή των θέσεών του, το ότι τελικά έχασε τις εκλογές από το Λαϊκό κόμμα σήμανε ότι δεν ήταν επιτυχημένη η οικονομική του πολιτική, τελικά ήθελε να συνδέσει την Ελλάδα με τις ευρωπαϊκές και όχι μόνο χώρες στη βάση των ισοτιμιών χωρίς κάλυψη χρυσού. Αυτό σήμαινε ότι η Ελλάδα του Βενιζέλου δεν είχε πρόβλημα να παραχωρήσει όλο της το χρυσό αρκεί να υπάρξει ισχυρή δραχμή. Με αυτό τον τρόπο ο πολιτικός της συνθήκης των Σεβρών ουσιαστικά οδηγούσε την Ελλάδα σε κηδεμονία – όπως και έγινε – σε ευρωπαϊκό πλειστηριασμό μιας και ήταν αδύνατο η ελληνική δραχμή να αντέξει τις διεθνείς πιέσεις και μάλλον θα έπρεπε να υποτιμηθεί κρατώντας η χώρα αποθέματα χρυσού. Η Βενιζελική πρακτική είναι συνεπής και συνεχώς ώθησε τη χώρα στο να ξεπουληθεί στα μεγάλα αφεντικά της Ευρώπης, τα οποία αποκτώντας τον Ελληνικό χρυσό – οι αναλογίες με το σήμερα είναι εμφανείς, μία συνέχεια προδοτών είναι όλα – θα ήλεγχαν τη χώρα πλήρως – όπως και έγινε μέσα από το διεθνή οικονομικό έλεγχο, το clearing, που επεβλήθη στη χώρα μας και την οδήγησε στην ευτέλεια της διεθνούς κηδεμονίας.

Ας αναφερθούμε και στον Κυριάκο Βαρβαρέσο, ο οποίος ήταν θιασώτης – ενάντια στο Βενιζέλο – του να εγκαταλείψει η χώρα το χρυσό κανόνα της δραχμής, να υποτιμηθεί το εθνικό νόμισμα – κάτι που έκανε και η Βρετανία το 1930. Ο Βενιζέλος τον έκανε τελικά υπουργό οικονομικών, ο Βαρβαρέσος τελικά εφήρμοσε όσα πίστευε αλλά ήταν αργά. Και γι αυτόν και για το Βενιζέλο μιας και η χώρα με ευθύνη του οδηγήθηκε στη χρεωκοπία του 1932.

Το θέμα τελικά είναι ίσως πολύ πιο απλό από ό,τι φαίνεται. Η Βενιζελική πολιτική της διατήρησης των υφισταμένων νομισματικών ισορροπιών ανάγκαζαν την Τράπεζα της Ελλάδας να χρησιμοποιεί τα αποθέματά της σε χρυσό και συνάλλαγμα προκειμένου με αυτό τον τρόπο να στηρίζεται η δραχμή με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα να εξανεμισθούν τα μικρά οικονομικά αποθέματα της χώρας. Το οικονομικό επιτελείο ήλθε σε πραγματικό αδιέξοδο, εκεί κοντά στις αρχές του 1932. Άρα όλοι αυτοί οι οποίοι θεωρούν ότι η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη οφείλεται στην οικονομική κρίση και στη διαφαινόμενη εξαθλίωση των λαών της Ευρώπης ψεύδονται διότι αποκρύπτουν τη μεγάλη αλήθεια η οποία δεν είναι άλλη από το ότι οι σιωνομασώνοι κυβερνήται του κόσμου αυτού βύθισαν τον κόσμο στη φτώχεια και στη χρεωκοπία στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τους πάντες και τα πάντα.

Η προσπάθεια της κυβέρνησης να ελέγξει την κατάσταση με το να υπερφορολογεί τις εισαγωγές μειώνοντας συγχρόνως τις δραχμές στην αγορά προκειμένου να ελέγξει τις κερδοσκοπικές επιθέσεις ενάντια στην Ελλάδα απέτυχε και ο μόνος δρόμος σωτηρίας και στήριξης της δραχμής για μία ακόμα φορά ήταν ο δανεισμός. [Ακολουθεί η περίοδος της Μεταξικής διακυβερνήσεως οπότε εφαρμόστηκε πραγματικά εθνική οικονομική πολιτική με τη συγκρότηση κοινωνικού κράτους που αυτοπαράγει και αυτοαναπτύσσεται με βάση τη δύναμη του Έθνους και του Ελληνικού Λαού οδηγώντας τη χώρα στην ανάπτυξη και στην δυνατότητα επιτυχούς περάτωσης του πολέμου με την Ιταλία.]

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος προσπάθησε να χειρισθεί το όλο θέμα προσωπικά, ζητώντας απεγνωσμένα βοήθεια από τα ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία όμως δεν πείσθηκαν. Την Τετάρτη 27 Απριλίου 1932 η Ελλάδα εγκατέλειψε επισήμως τον κανόνα του χρυσού, η δραχμή υποτιμήθηκε ραγδαία και στις 5 Μαΐου η ισοτιμία της με τη στερλίνα έπεσε από τις 456 δραχμές στις 539. Το Ελληνικό κράτος σχεδόν αμέσως κήρυξε χρεωκοπία και άμεση στάση πληρωμών. Ο Βενιζέλος είχε διασυρθεί πολιτικά – καιρός ήταν αφ’ ης στιγμής για τη μικρασιατική καταστροφή άλλοι την επλήρωσαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Βενιζέλος φεύγοντας από τη χώρα έκανε την εξής απίστευτη δήλωση (η οποία κατά την άποψή μου καλεί το Μεταξά στην εξουσία) «δεν θα επιστρέψω εάν δεν ενδυναμωθεί η εκτελεστική εξουσία και δεν περιορισθεί η ελευθεροτυπία(!).

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι ο άθλιος δημοκρατικός συρφετός που κυβέρνησε την Πατρίδα από τη Μικρασιατική καταστροφή και μετά οδήγησε τη χώρα στην χρεωκοπία λόγω της πολιτικής αδυναμίας, της διχογνωμίας και της ανικανότητας ελέγχου των νεοεισερχομένων μπολσεβικικών ιδεών οι οποίες συχνά πυκνά κατέβαζαν τους ανθρώπους στο δρόμο. Η Ελλάδα δεν χρειαζόταν δημοκρατία τύπου δύσης ούτε τους μπολσεβίκους του μαρξιστικού ανοήτου συρφετού. Η Ελλάς χρειαζόταν και χρειάζεται Εθνικούς κυβερνήτες οι οποίοι στηριζόμενοι επάνω στο έμψυχο δυναμικό και στην Ελληνική φύση θα αναπτύξουν το Ελληνικό κράτος – όπως λίγο αργότερα έκανε ο Μεταξάς ο οποίος απογείωσε την Εθνική δυναμική. Η διχόνοια ανάμεσα στον Τσαλδάρη και στο Βενιζέλο – τότε που ο Μάξιμος είχε τοποθετηθεί διαιτητής οδήγησε τη χώρα στην χρεωκοπία. Δυστυχώς η αλυσίδα της Ελληνικής ιστορίας από την Επανάσταση του 1821 οδηγεί σε μία μεγάλη αλήθεια. Η Ελλάς κυβερνήθηκε και κυβερνάται από δυτικά καπιταλιστικομπολσεβικικά μυαλά γι’ αυτό και έφθασε εδώ που έφθασε. Φυσικά οι μαθητές στα σχολεία μαθαίνουν για τον «κακό» Μεταξά και επίσης μαθαίνουν αόριστα για την χρεωκοπία του 1932 χωρίς να αναφέρεται ότι ο πρωταίτιος ήταν ο Βενιζέλος, η εμμονή του οποίου στο χρυσό κανόνα απέδειξε ότι οι εβραίοι με τρόπο πήραν το χρυσό από τις χρεωκοπημένες χώρες όταν πλέον αυτές εγκατέλειψαν τον κανόνα χρυσού υποτιμώντας το νόμισμά τους, κυβερνώντας με αυτόν τον τρόπο τον κόσμο.
Τα ντόπια όργανα των σιωνιστών είναι που και σήμερα κυβερνούν την δύσμοιρη Ελλάδα η οποία μόνο ενθυμουμένη το ένδοξο παρελθόν θα οδηγηθεί σε ένα ένδοξο μέλλον. Ομιλούμε διά το Ελληνικό κράτος και όχι για το φύσει αιώνιο Ελληνικό Έθνος.

Β.Δ.Μ.